ΤΙΜΕ ΙΝ ΑΤΗΕΝS            

  

 



 


GREEKS 
IN AUSTRALIA

Explore the Map above

 


 


 

Η Λενιώ

της
Θέκλα Σκαρσέλλα 

Σ' ένα χωριουδάκι της Ελλάδας, παράξενα πράματα συνέβαιναν στην οικογένεια Μάνου. Το πρώτο τους κορίτσι γεννήθηκε στις δύο το πρωί και το φεγγάρι έστελνε τις ασημένιες αχτίδες του πάνω στο μικρό σπιτάκι τους, για να μη φοβάται η μάνα, ούτε και το μωρό από το σκοτάδι. Ήταν το πρώτο τους παιδί, το παιδί της αγάπης που τους ένωσε στα δεσμά του γάμου. Κάνανε χαρές, γλέντι και το βάπτισαν Ευτυχία. Το δεύτερο κορίτσι γεννήθηκε όταν χάραζε η μέρα. Ο ήλιος ανέβαινε σιγά - σιγά και φώτιζε τα πλάσματα του. Τα πουλιά τιτίβιζαν χαρούμενα, τ' αρνάκια βέλαζαν καθώς προχωρούσαν για την βοσκή τους και τα λουλούδια στο λιβάδι άνοιγαν τα χρωματιστά πέταλα τους και σκόρπιζαν την μοσχοβολιά τους. Οι χωρικοί με τα διάφορα εργαλεία του χωραφιού περπατούσαν χαρούμενοι κι αστειευόντουσαν μεταξύ τους.

Όλα υμνούσαν τη μέρα, όλα ήταν χαρά θεού. Της έδωσαν τ' όνομα Αυγή. Το τρίτο κορίτσι γεννήθηκε όταν ο ήλιος έδυε και το πορφυρό του χρώμα σχημάτιζε διάφορες εικόνες μέσα από τα λίγα σύννεφα 

που ήταν στον ουρανό. Εκείνη τη στιγμή η φύση ετοιμαζόταν για την νυχτερινή της ανάπαυση και μόνο τα νυχτοπούλια άρχισαν να ξυπνούν. Όταν ο Ανέστης Μάνου άκουσε από την μαμή ότι και το τρίτο παιδί είναι κορίτσι, το μελαχρινό του πρόσωπο συσπάστηκε. Αυτή τη φορά ήθελε τον γιο. Βγήκε έξω από το σπιτάκι και κοιτούσε τις τελευταίες πορφυρές ακτίνες του ήλιου να στέλνουν τον τελευταίο τους χαιρετισμό στη δική του γη, ταξιδεύοντας σαν τα πουλιά για να παν να ρίξουν το φως τους στον κάτω κόσμο, στο μακρινό νότιο ημισφαίριο. Κάποια πίκρα στάθηκε στο λαρύγγι του... Με σκυμμένο το κεφάλι μπήκε στη κάμαρη της λεχώνας. Κοίταξε το μωρό. Ήταν όμορφο και του έμοιαζε. Κοιτάζοντας το η πίκρα σιγά - σιγά διαλύθηκε. Του έδωσαν το όνομα Χρύσα.

Δεν χρόνισε καλά - καλά η μικρή Χρύσα και η Λενιώ η γυναίκα του έμεινε πάλι έγκυος. Ο Ανέστης ήθελε γιο, να διαιωνίσει τ' όνομα των Μάνων, γιατί ο ίδιος ήταν μοναχογιός ανάμεσα σε τέσσαρες αδερφές. Αυτή τη φορά, όταν δεν είχε δουλειά, έπαιζε το κομπολόι του κι έριχνε κλεφτές ματιές στη κοιλιά της Λενιώς. Τότε έβλεπε τον γιο του θηρίο παιδί, θα τον σπούδαζε και το όνομα του θα το μάθαινε όλη η Ελλάδα... Το βράδυ κοίταζε τ' αστέρια, έτσι ήθελε τ' όνομα του να μείνει αθάνατο σαν κι αυτά.

Με αγωνία περίμενε να περάσουν οι εννέα μήνες....

Όταν άκουσε τη μαμή ότι κι αυτό είναι κορίτσι πήγε στο κατώγι του σπιτιού κι έκλαψε πικρά. Την βγάλανε Μαλάμω. Ήταν καταραμένος και τ' όνομα του θα σβηνόταν για πάντα από τη γη. Ακόμη και η μάνα του, τον είπε καταραμένο, γιατί δεν σκέφτηκε να της βγάλει τ' όνομα της.

Έλα που ο διάολος δουλειά δεν είχε και δουλειά βρήκε, η καημένη Λενιώ μένει ξανά έγκυος. Ο Ανέστης πάλι ονειρευόταν το γιο, ενώ η Λενιώ ήταν απελπισμένη, πώς θα μεγαλώσουν τόσα παιδιά μέσα ση φτώχια.

Η νύχτα παρέδωσε τα ηνία στην ημέρα, τ' αστέρια παρεχώρησαν τον τόπο τους στον ήλιο και ο πρωινός αέρας άρχισε να σκορπίζει τις μοσχοβολιές από ους κήπους, τα περιβόλια κι απ' τα δένδρα του κοντινού βουνού μέσα στ' όμορφο χωριουδάκι.

Ο Ανέστης μόλις και που άκουσε τη μαμή να του λέει κι αυτό κορίτσι. Έφυγε σαν να τον κυνηγούσαν. Δεν άντεχε να δει τη λεχώνα, ούτε και το μωρό.

Με την καρδιά διπλωμένη, τρέχοντας σαν κυνηγημένος, διέσχισε το δάσος. Εκεί ήταν το καλυβάκι του όπου κοιμόταν όλο τον καιρό που δούλευε σαν ξυλοκοπάς. Όταν έπιασε ο σκληρός χιονιάς αναγκάστηκε να γυρίσει στο σπίτι του.

Το μωρό είχε κλείσει τους πέντε μήνες. Δειλά - δειλά το πήρε στην αγκαλιά του, το φίλησε και του 'πε:

Εσένα θα σε βγάλω Αστέρω, της μάνας μου τ' όνομα, ίσως να μου φέρεις γούρι.

Η πεθερά του τον αναθεμάτιζε, που είχε αραδιάσει τόσα κουτσούβελα της κόρης της. Όταν είχε καιρό κι αυτή πήγαινε να βοηθήσει τη Λενιώ της. Αν ήξερε ότι ο γαμπρός της δεν γεννάει αρσενικά, δε θα έδινε την όμορφη θυγατέρα της σ' αυτόν τον αράπη, όπως τον έλεγε...

Ο Ανέστης δεν τα πήγαινε τόσο καλά με την πεθερά του αλλά την είχε ανάγκη. Τους ζύμωνε το ψωμί, ύφαινε κουβέρτες και βοηθούσε την Λενιώ με τις τόσες τσούπρες που ήταν σαν τ' αγγελάκια τ' ουρανού. Η Λενιώ τις καμάρωνε τις κόρες της και σκεφτόταν την τύχη τους, ενώ αυτός ήταν πάντα μουτρωμένος.

Στα βαφτίσια η καρδιά του ζεστάθηκε. Για πρώτη φορά άνοιξαν τα μάτια του και κοίταξε τις μικρές. Μια αισιοδοξία τον πλημμύρισε. Το επόμενο παιδί θα ήταν αγόρι.

Χόρεψε, ήπιε, μέθυσε και φώναζε πως έβγαλε όμορφα κορίτσια για τους λεβέντες του χωριού.

Έτσι η ζωή άρχισε να κυλάει στο ρυθμό της. Η Αστέρω άρχισε να περπατάει, να βγάζει το πρώτο της δοντάκι, να προσπαθεί να πει καμιά λέξη, να κάνει καμιά γκριμάτσα για να γελάνε οι μεγάλοι κι αυτή να χασκογελάει καμαρωτή. Εν τω μεταξύ άρχισε να πηγαίνει σχολείο και η τρίτη, η Χρύσα. Έτσι, πιασμένες από το χέρι και οι τρεις πηγαίνανε παρέα στο σχολείο και το χωριό τις καμάρωνε.

Από τότε πέρασαν τρία χρόνια. Ήρθε η Άνοιξη και ο ήλιος έκανε τα λιβάδια το πρωί ν' αχνίζουν αγκαλιασμένα από την λιακάδα.

Πάνω στο βουνό γυάλιζαν τα τελευταία χιόνια και το ποταμάκι, χαρούμενο και ξεκούραστο από την αγριάδα του χειμώνα, μουρμούριζε το δικό του σκοπό. Τα πουλιά συντροφιές πετούσαν εδώ και κει. Κάθε λογιών ζουζούνια βγήκαν κι αυτά από τη γη να χαρούν τον ήλιο κι όλοι μαζί, άνθρωποι και ζώα να τεντωθούν κάτω από τον ήλιο και να ξεμουδιάσουν τα κορμιά τους από τις τόσες κρύες μέρες που ήταν κλεισμένοι στα σπιτάκια τους.

Ήταν μια μαγεία να περπατάς μες στους κάμπους και να βλέπεις το χωριουδάκι. Μόνο ο Ανέστης ήξερε πως θα έφευγε για το δάσος. Ήταν πολλοί από το χωριό που ζούσαν από την ξυλεία.

Πάνω σ' αυτήν την ανοιξιάτικη μαγεία μένει πάλι έγκυος η Λενιώ. Κάποιος συγχωριανός τους το μήνυσε στον Ανέστη. Ο Ανέστης γύρισε σοβαρά και του 'πε.

- Καλύτερα Κώστα αυτή τη φορά να είναι αγόρι.

- Και τα κορίτσια είναι του θεού, αλλιώς, αν δεν ήταν τα θηλυκά, εμείς οι δυο δεν θα είμαστε στη ζωή.

- Αυτό που σου λέω, Κώστα, χρειάζονται και τ' αγόρια, είπε κι έκανε μια στροφή και μπήκε στο καλυβάκι του, γεμάτος σκέψεις. Άναψε ένα τσιγάρο, πήρε μια δυνατή ρουφηξιά κι ύστερα φύσηξε με δύναμη αγριμιού και γέμισε καπνίλα το καλύβι. Αυτή τη φορά το είχε πάρει απόφαση. Δε θα τον ντρόπιαζε άλλο θηλυκό. Ή γιος ή κανένας αρσενικός στην οικογένεια... Τη σκέψη του δεν την είπε σε κανέναν.

Κανείς δεν το περίμενε ν' αλλάξει τόσο απότομα ο καιρός. Πρώτα κινδύνεψαν από τη φωτιά. Ύστερα οι σεισμοί εδώ και κει. Η θάλασσα κι αυτή τα έβαλε με τα καράβια που έδεσαν κάβο και δεν έφευγαν μέχρι ν' αλλάξει η κακοκαιρία. Ο Ανέστης κατέβαινε πιο συχνά στο χωριό κι έφερνε ξύλα, γιατί λέγανε πως ο χειμώνας θα ήταν βαρύς. Η Λενιώ είχε πιο μεγάλη κοιλιά από τις άλλες φορές κι αυτό τον χαροποιούσε. Πίστεψε ότι ο γιος δεν θα του ξέφευγε αυτή τη φορά.

Γέμισε με διάφορα τρόφιμα το σπίτι και περίμενε πότε θα τελείωνε η δουλειά να γυρίσει να ξεκουραστεί κοντά στις κόρες του, κοντά στην Λενιώ του.

Από τη μέση του Φθινοπώρου ο καιρός είχε αγριέψει. Ο Ανέστης δεν νοιαζόταν. Τουλάχιστον η φαμελιά του είχε να φάει και μπόλικα ξύλα για να ζεσταθεί... Η κοιλιά της Ελένης μεγάλωνε. Έτσι έφτασε η εννιά του Δεκέμβρη.

Ήταν περίπου τρεις το πρωί. Το χωριουδάκι είχε σκεπαστεί από το χιόνι. Οι στέγες των σπιτιών κι αυτές φορούσαν άσπρα σκουφάκια. Τα δέντρα ήταν στολισμένα από τούφες χιονιού. Η σελήνη είχε σταθεί καταμεσής τ' ουρανού κι ανάμεσα από τα σύννεφα φαινόταν κι αυτή άσπρη. Τα πάντα ήταν σκεπασμένα από το χιόνι.

Το σπίτι του Ανέστη, που ήταν ανάμεσα στα δέντρα, φωτιζόταν εσωτερικά με τη λάμπα του πετρελαίου. Τρία κούτσουρα στριμωγμένα μέσα στο τζάκι, κόκκινα από τη φωτιά, ζέσταιναν το μικρό σπιτάκι. Στη μία κάμαρη  αμέριμνες κοιμόντουσαν οι πέντε μικρές. Εκείνη την ώρα όλο το χωριουδάκι αναπαυόταν. Μόνο το ποτάμι έτρεχε ορμητικά κι άρπαζε ότι έβρισκε στο διάβα του.

Ποιος ξέρει τι όνειρα έβλεπε ο Ανέστης όταν τον σκούντηξε η Λενιώ και του είπε να πάει να φωνάξει τη μαμή...

Η Λενιώ βογκούσε και ο Ανέστης βγήκε και κάθισε στη βεράντα σκεφτικός. Για μια στιγμή ανατρίχιασε στη σκέψη ότι μπορεί να είναι κορίτσι. Ή αγόρι ή κανένα αρσενικό στην οικογένεια, βρυχήθηκε σαν λιοντάρι. Ευτυχώς τα βογκητά της Λενιώς σκέπασαν το μουγκρητό του Ανέστη.

Άκουσε ξανά τη Λενιώ που βογκούσε και συνήλθε. Έβαλε την κουκούλα του και ξεχύθηκε μέσα στην παγωνιά.

- Άκου να σου πω κυρά μαμή αυτή τη φορά θέλω αγόρι, αλλιώς θα χάσει και μένα.

- Βρε, Ανέστη μου, ο θεός τα δίνει. Δεν τα παραγγέλνουμε. Ευλογημένος και με τις κόρες είσαι. θα έχεις τόσους γαμπρούς.

Μίλαγε μέσα από τη μάλλινη μπέρτα της και ο αχνός που έβγαζε τη μούσκεψε.

Η μαμή μπήκε στο σπίτι και ο Ανέστης κάθισε απ' έξω κι άναψε ένα τσιγάρο. Η αγωνία του είχε μεγαλώσει και η καρδιά του ακουγόταν μέσα στην ησυχία της παγωνιάς. Το μυαλό του είχε θολώσει από τις σκέψεις. Φύσαγε και ξεφύσαγε και κοίταζε το κρύο φεγγάρι που πότε έμπαινε στα σύννεφα, και πότε έβγαινε. Το κλάμα του μωρού τον έκανε να 

τιναχτεί. Έστριψε το κεφάλι του κι έβαλε ίσια το αυτί του, για ν' ακούσει τη θα πει η μαμή.

Της μαμής τη δυνατή φωνή την άκουσε σαν να τον κορόιδευε.

- Καλέ, τι όμορφο κοπέλι είναι αυτό; Τώρα θα δεις χαρές που θα κάνει ο Ανέστης.

Δεν άκουσε όλη την φράση, μόνο το κοπέλι, που του φάνηκε σαν κοπέλα. Σαν τ' αγρίμι που ελευθερώνεται από το κλουβί πετάγεται έξω από τη βεράντα και κατ' ευθείαν στο ποτάμι.

Την άλλη μέρα το ποτάμι τον είχε ξεράσει πάνω σε μερικούς κορμούς. Ήξεραν τον καημό του, πως ήθελε γιο. Κι όμως τον βρήκαν πνιγμένο. Η βραδιά ήρθε πιο παγερή.

Το φεγγάρι, που ήξερε την αλήθεια, έκανε τη βόλτα του επάνω στο σπιτάκι με τα ορφανά, σαν να ήθελε να τα προστατέψει.

Η νύχτα ούρλιαζε, σαν να λυπόταν κι αυτή για τους ανθρώπους που δεν ξέρουν τι γυρεύουν...

Μόνο η Λενιώ ήταν πνιγμένη στα δάκρυα. Η μάνα της δεν ήξερε τι να κάνει και η μαμή κοιτούσε το μωρό που σε λίγο θα έπινε από το γάλα της πίκρας...

Θέκλα Σκαρσέλλα 
Μελβούρνη



 



 


Θέκλα Σκαρσέλλα 



 

 

 
 
  
Disclaimer
While every effort has been made by ANAGNOSTIS to ensure that the information on this website is up to date and accurate, ANAGNOSTIS  does not give any guarantees, undertakings or warranties in relation to the accuracy completeness and up to date status of the above information.
ANAGNOSTIS will not be liable for any loss or damage suffered by any person arising out of the reliance of any information on this Website

.Disclaimer for content on linked sites
ANAGNOSTIS accepts no responsibility or liability for the content available at the sites linked from this Website.
Το περιοδικό δεν ευθύνεται για το περιεχόμενο άρθρων των συνεργατών.

Anagnostis  P.O.Box 25 Forest Hill 3131 Victoria Australia
 enquiry@anagnostis.info