ΤΙΜΕ ΙΝ ΑΤΗΕΝS            

 

\

 


GREEKS 
IN AUSTRALIA

Explore the Map above

 

 





 

 

Όπως ο τίτλος της ομιλίας μου υποδηλώνει, η προσοχή μου θα εστιασθεί σε δύο από τις ευγενικότερες μορφές της ιστορίας του σύγχρονου ελληνισμού, όπως αυτή άρχισε να διαμορφώνεται στις αρχές του 20ού αιώνα.  Πρόκειται για τον Παύλο Μελά και τον Ίωνα Δραγούμη, που εκτός από το ότι έζησαν και έδρασαν την ίδια εποχή, η τύχη το θέλησε να γίνουν και συγγενείς εξ αγχιστείας, αφού ο Παύλος παντρεύτηκε την Ναταλία, αδερφή του Ίωνα.

Για να μπορέσουμε να διαμορφώσουμε σαφή αντίληψη της δράσης και της προσφοράς των δύο αυτών μεγάλων ανδρών, θα χρειασθεί να τους τοποθετήσουμε στο πλαίσιο των ιστορικών εξελίξεων της εποχής τους.

Το 1830 ιδρύθηκε το σύγχρονο ελληνικό κράτος, μετά από την Επανάσταση του 1821.  Μέχρι τους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912-13 τα βόρια σύνορα του ελληνικού κράτους έφταναν μέχρι τις νότιες παρυφές του Ολύμπου.  Η Ήπειρος, η Μακεδονία, η Θράκη, η Κρήτη και πολλά άλλα νησιά του Αιγαίου Πελάγους, αποτελούσαν περιφέρειες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, μέχρι την απελευθέρωσή τους το 1912 και 1913.

Όταν άρχισε ο Μακεδονικός Αγώνας το 1904, η Μακεδονία αποτελούσε ακόμα επαρχία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.  Ο Μακεδονικός Αγώνας είχε διεξαχθεί εναντίον των Βουλγάρων, οι οποίοι κατά τη διάρκεια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας είχαν διεισδύσει στην περιφέρεια της Μακεδονίας, επειδή δεν υπήρχαν σύνορα μεταξύ των χωρών της Βαλκανικής Χερσονήσου.

Παράλληλα με τους Βούλγαρους, οι Έλληνες είχαν να αντιμετωπίσουν και την εχθρική στάση των Τούρκων.

Η κατάσταση στα Βαλκάνια είχε περιπλεχθεί ακόμη περισσότερο από τα συγκρουόμενα συμφέροντα των μεγάλων ευρωπαϊκών χωρών.

Η Γερμανία, για να μπορέσει να εξασφαλίσει πρόσβαση στο απαραίτητο για τη βιομηχανία της πετρέλαιο από τις χώρες της Μέσης Ανατολής, άρχισε να δημιουργεί ζώνες επιρροής στα Βαλκάνια.

Η Ρωσία προωθούσε την ιδέα του πανσλαβισμού, και τα δικά της σχέδια για έξοδο στην Μεσόγειο, ενισχύοντας τις διεκδικήσεις της Βουλγαρίας σε περιοχές της Θράκης και της Μακεδονίας.

Η Αυστρία, επιθυμώντας να επεκταθεί κατά μήκος της Αδριατικής θάλασσας, προωθούσε τις βλέψεις της Σερβίας για διέξοδο στον Θερμαϊκό κόλπο.

Οι κινητοποιήσεις των χωρών αυτών εντάθηκαν στα τέλη του 19ου, και στις αρχές του 20ού αιώνα, όταν άρχισε να διαφαίνεται η διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Από την πλευρά τους η Αγγλία και η Γαλλία, για να εξουδετερώσουν την επιρροή της Γερμανίας, της Ρωσίας και της Αυστρίας στον χώρο της βαλκανικής Χερσονήσου, και να διασφαλίσουν τα δικά τους συμφέροντα, κατέβαλλαν κάθε προσπάθεια για να κρατήσουν στη ζωή τον «Μεγάλο Ασθενή», όπως αποκαλούσαν τότε την Οθωμανική Αυτοκρατορία.

Όλες αυτές οι αντίρροπες τάσεις είχαν δημιουργήσει το γνωστό Ανατολικό Ζήτημα.  Η Βαλκανική Χερσόνησος είχε μετατραπεί σε ηφαίστειο, που από στιγμή σε στιγμή απειλούσε να εκραγεί, με κρατήρα τον γεωγραφικό χώρο της μείζονος Μακεδονίας.

Μια τέτοια έκρηξη είχε αποτραπεί όταν η Μεγάλη Βρετανία και η Γερμανία έσπευσαν να ανατρέψουν με τη συνθήκη του Βερολίνου (Ιούλιο 1878) την Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου που η Ρωσία είχε υπογράψει με την Οθωμανική Αυτοκρατορία τον Φεβρουάριο του 1878.

Με τη Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου ιδρυόταν η Μεγάλη Βουλγαρία, τα νότια σύνορα της οποίας επεκτεινόταν ως το Αιγαίο Πέλαγος, καταλαμβάνοντας εδάφη που από την αρχαιότητα ήταν ελληνικά.

Η κατάσταση επιδεινώθηκε για τους Έλληνες ύστερα από την πραξικοπηματική προσάρτηση της Ανατολικής Ρωμυλίας που πέτυχαν οι Βούλγαροι, το 1885, και τον «ατυχή» για τους Έλληνες ελληνηνοτουρκικό πόλεμο του 1897. Η Βουλγαρία μεγάλωσε, η Ελλάδα ταπεινώθηκε και, επιπλέον, δέχτηκε τον Διεθνή Οικονομικό Έλεγχο το 1898.

Μέσα σε αυτές τις συνθήκες ο Μακεδονικός Αγώνας στις αρχές του 20ού αιώνα, ιδιαίτερα κατά την περίοδο 1904-1908, εντάθηκε από την πλευρά των Βουλγάρων με την αποστολή ένοπλων ομάδων, που προσπαθούσαν να επιβάλλουν στους ελληνικούς πληθυσμούς να προσχωρήσουν στη Βουλγαρική Εξαρχία.  Ιδιαίτερα στρέφονταν κατά των Ελλήνων δασκάλων και ιερέων, ώστε οι πληθυσμοί να μένουν ακέφαλοι εκπαιδευτικά και εκκλησιαστικά και να υποτάσσονται ευκολότερα στις βουλγαρικές αξιώσεις.  Από ελλαδική πλευρά η αντίδραση ήταν ανεπίσημη ενθάρρυνση και διευκόλυνση ένοπλων ομάδων να διεισδύουν στο μακεδονικό έδαφος, για να ενισχύουν τους γηγενείς Έλληνες του Μακεδονικού χώρου στην άμυνά τους έναντι των ένοπλων βουλγαρικών ομάδων.

Ο ελληνικός πληθυσμός της Μακεδονίας ζούσε μέσα σε ένα μόνιμο κλίμα τρομοκρατίας, καταπιέσεων και δολοφονιών, που είχαν προκαλέσει οι ενέργειες των βουλγαρικών σωμάτων και του τουρκικού στρατού.

Κατά τη διάρκεια του Μακεδονικού Αγώνα το ελληνικό κράτος δεν μπορούσε επίσημα να παρέμβει εξαιτίας των ποικίλων αδυναμιών του, όπως ο ατυχής ελληνοτουρκικός πόλεμος του 1897 και ο Διεθνής Οικονομικός Έλεγχος το 1898.

Δεχόταν όμως ανησυχητικές αναφορές από τους Έλληνες Προξένους που υπηρετούσαν σε πόλεις της Μακεδονίας (Ίων Δραγούμης στο Μοναστήρι, Λάμπρος Κορομηλάς στη Θεσσαλονίκη) και από δραστήριους Μητροπολίτες που είχε τοποθετήσει το Πατριαρχείο, για να αντιμετωπίσουν τους Εξαρχικούς (π.χ. τον Γερμανό Καραβαγγέλη της Καστοριάς).

Στο εσωτερικό του ελληνικού κράτους η κυβέρνηση δεχόταν και τις αντιδράσεις της κοινής γνώμης, ιδιαίτερα μετά από την ίδρυση του Μακεδονικού Κομιτάτου στην Αθήνα στα τέλη του 1903.  Ο ελληνικός λαός, διαισθανόμενος ότι η Μακεδονία κινδύνευε είτε να προσαρτηθεί στην Βουλγαρία, είτε να αποτελέσει αυτόνομη κρατική μονάδα, άρχισε να πιέζει για πιο δυναμική στάση εκ μέρους της ελληνικής κυβέρνησης, ώστε να προστατευθεί ο απειλούμενος μακεδονικός Ελληνισμός.

Μέσα σε αυτή την ατμόσφαιρα υποχρεώθηκε να κινηθεί η Κυβέρνηση, πάντα ανεπίσημα βέβαια και μυστικά, και άρχισε να διευκολύνει τη συγκρότηση ένοπλων ομάδων και να τις προωθεί στη Μακεδονία.

 

Παύλος Μελάς

Ο Παύλος Μελάς γεννήθηκε στη Μασσαλία της Γαλλίας το 1870.

Οι γονείς του ζούσαν από χρόνια στην γαλλική αυτή πόλη.  Ο πατέρας του Μιχαήλ ήταν έμπορος, ηπειρωτικής καταγωγής, αν και ποτέ του δεν έζησε, ούτε και γνώρισε την Ήπειρο.  Η μητέρα του Ελένη ήταν κόρη του Βουτσινά, γνωστού Κεφαλλονίτη μεγαλεμπόρου στην Οδησσό της Ουκρανίας.

Ο Παύλος ήταν τεσσάρων χρόνων όταν οι γονείς του το 1874 μετακόμισαν στην Αθήνα για να μεγαλώσουν τα παιδιά τους σε ελληνικό περιβάλλον.

Το 1886, δηλαδή σε ηλικία μόλις 16 χρόνων, ο Παύλος γράφτηκε στην Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων, από την οποία αποφοίτησε τον Αύγουστο του 1891 με το βαθμό του ανθυπολοχαγού του πυροβολικού.

Το ίδιο καλοκαίρι γνώρισε την Ναταλία Δραγούμη, κόρη του πολιτικού Στέφανου Δραγούμη, και αδερφή του Ίωνα Δραγούμη, για τον οποίο θα μιλήσω στο δεύτερο μέρος της αποψινής ομιλίας.  Τον επόμενο χρόνο, ο Παύλος και η Ναταλία παντρεύτηκαν.  Ο Παύλος ήταν μόλις 22 χρόνων.

Όπως ανάφερα στην εισαγωγή της ομιλίας μου, εν όψει της καταπίεσης του ελληνικού πληθυσμού της Μακεδονίας από τους κομιτατζήδες της Βουλγαρίας, η ελληνική Κυβέρνηση αποφάσισε να συμβάλει στην ένοπλη αντίσταση των Ελλήνων της Μακεδονίας.

Βέβαια, αυτό μόνο με τη μεγαλύτερη μυστικότητα μπορούσε να γίνει, για να μην προκληθεί η αντίδραση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και των Μεγάλων Δυνάμεων της Ευρώπης.

Η αποστολή των Ελλήνων αξιωματικών Παύλου Μελά, Αλέξανδρου Κοντούλη, Αναστάσιου Παπούλα και Γεωργίου Κολοκοτρώνη στην Μακεδονία το 1904 υπήρξε μια από τις πρώτες μορφές βοήθειας από το ελληνικό κράτος, και αποτέλεσε καθοριστικό συμβάν στην μελλοντική εξέλιξη του Μακεδονικού Αγώνα.

Το γεγονός ότι για πρώτη φορά εκπρόσωποι του ελληνικού στρατού, με πλαστά διαβατήρια, και με επαγγέλματα που δεν είχαν καμιά σχέση με την αποστολή τους, επισκέπτονταν τον πολυτάραχο εκείνο γεωγραφικό χώρο, για να διαπιστώσουν από κοντά την κατάσταση που επικρατούσε, έδειχνε ακριβώς την ευαισθησία της ελληνικής κοινής γνώμης απέναντι στα αμέτρητα δεινοπαθήματα του μακεδονικού ελληνισμού.

Στην δεκαετία 1893-1903 που προηγήθηκε της ένοπλης φάσης του Μακεδονικού Αγώνα (1904-1908), ο ελληνισμός της Μακεδονίας είχε δείξει τον πραγματικό του εαυτό.  Χωρίς τη συμπαράσταση της επίσημης ελληνικής πολιτικής, ορθώθηκε αντιμέτωπος απέναντι στους καταπιεστές του, κινητοποιήθηκε ενεργά, και δημιούργησε τους πρώτους ένοπλους αντιστασιακούς πυρήνες, που προετοίμασαν το έδαφος για την ευνοϊκή εξέλιξη του μακεδονικού αγώνα.

Το κουράγιο του αυτό, και την πίστη του στην απελευθέρωση, θαύμασε από κοντά ο Παύλος Μελάς, ο οποίος είχε την ευκαιρία να έρθει σε επαφή με τους σπουδαιότερους πρωταγωνιστές της ελληνομακεδονικής αντίστασης κατά τη διάρκεια των τριών περιοδειών του στη Μακεδονία. 

Ο Μελάς αναχώρησε από την Αθήνα για την Μακεδονία στις 16 Φεβρουαρίου 1904.  Δεν θα δώσω λεπτομέρειες από την οκτάμηνη παραμονή του στην Μακεδονία, γιατί δεν το επιτρέπουν τα χρονικά όρια που έχω στη διάθεσή μου.  Ευτυχώς για την ιστορία, ο Μελάς κρατούσε ημερολόγιο, στο οποίο κατέγραφε τις κινήσεις του.  Άλλη πολύτιμη πηγή πληροφοριών είναι τα γράμματά του στην σύζυγό του Ναταλία, τα οποία έχουν καταχωρηθεί στο βιβλίο της «Παύλος Μελάς».

Θα σταθώ μόνο σε λίγα περιστατικά, από τα οποία μπορούμε να διαμορφώσουμε μια αντίληψη της αποστολής του.

Ενδιαφέρον παρουσιάζει και ο ενθουσιασμός με τον οποίο τον υποδέχονταν οι Έλληνες της Μακεδονίας.

Γράφει σε επιστολή του στην Ναταλία στις 21 Μαρτίου :

Είναι άξιον παρατηρήσεως πώς ολόκληρα χωριά μας δέχονται και μας παρέχουν ασφάλειαν που δεν την φαντάζεται κανείς εύκολα... Όταν ένα φιλικόν σώμα μπαίνει σε κανένα χωριό, αμέσως αν μεν είναι ημέρα, βγαίνουν γυναίκες εις το καραούλι, αν δε νύκτα, βγαίνουν άντρες του χωριού, και έτσι το σώμα αναπαύεται με πλήρη ασφάλεια.

Στην τρίτη του περιοδεία στην Μακεδονία τον Αύγουστο του 1904, ο Παύλος Μελάς μπήκε σαν οπλαρχηγός, επικεφαλής ενός σώματος 35 αγωνιστών, το οποίο γινόταν δεκτό με ενθουσιασμό από όλα τα χωριά, από όπου περνούσε.  Η παρουσία του ισχυρότατου ανταρτικού σώματος του Μελά είχε προκαλέσει κλίμα τρόμου στις τάξεις των βουλγαρικών ομάδων και των φανατικών οπαδών της Εξαρχίας. 

Σε κάθε χωριό της Δυτικής Μακεδονίας, και ιδιαίτερα στις περιφέρειες Καστοριάς και Φλώρινας, ο Μελάς κατάρτιζε επιτροπές άμυνας, συγκροτούσε ανταρτικά σώματα, και κινητοποιούσε τους κατοίκους.  Έχοντας γνωρίσει την κατάσταση από κοντά, συνειδητοποίησε ότι εκείνο που προσπαθούσαν να επιτύχουν οι Βούλγαροι με τη βία, δεν μπορούσε να εμποδιστεί παρά με τη βία.

Δυστυχώς ο θάνατος του Μελά ήρθε  πρόωρα.  Έπειτα από καταγγελίες του βοεβόδα Μήτρου Βλάχου προς τις τουρκικές αρχές, τουρκικό απόσπασμα από 50 άνδρες πολιόρκησε στις 13 Οκτωβρίου του 1904 το οίκημα στο χωριό Στάτιτσα, όπου βρισκόταν ο Μελάς με τον Λάκη Πύρζα και τον Πέτρο Χατζητάση.

Ο Μελάς τραυματίστηκε θανάσιμα στην προσπάθεια των τριών αγωνιστών να σπάσουν τον κλοιό, και ξεψύχησε στα χέρια των φίλων του.

Ο χαμός του Μελά συγκλόνισε τόσο την κοινή γνώμη της ελεύθερης Ελλάδας, όσο και τον ελληνισμό της Μακεδονίας.  Η θυσία του ήταν ασφαλώς μια πρόκληση για την επίσημη ελληνική πολιτική, η οποία δεν είχε πια περιθώρια να αποφύγει μια πιο ενεργητική παρέμβαση στον μακεδονικό αγώνα.

Ο Μελάς ταυτίστηκε κυριολεκτικά με την μοίρα του μακεδονικού ελληνισμού και θυσιάστηκε, γιατί πίστεψε στον ιερό αγώνα για την αποτίναξη του βουλγαρικού και οθωμανικού ζυγού.

Από αυτήν την άποψη ο θάνατος του Παύλου Μελά κινητοποίησε επιτέλους την ελληνική πλευρά, κι έδωσε την δυνατότητα στους Έλληνες κατοίκους της Μακεδονίας να πιστέψουν ότι πλησίαζε ο λυτρωμός τους.

Ο Ίων Δραγούμης έγραψε σχετικά:

... Ο Παύλος Μελάς με τη σπίθα που άναψε στον καθένα, πολλοί, που ήταν τυφλοί ως τότε, είδαν.  Έτριψαν τα μάτια τους κάπως ξιπασμένοι και είπαν μέσα τους, γιατί ντρέπονταν να το διαλαλήσουν: ώστε υπάρχει Μακεδονία, αφού πήγε ο Παύλος Μελάς και σκοτώθηκε γι’ αυτή!  Άντρες, γυναίκες και παιδιά, γέροντες και νέοι, γνωστοί και άγνωστοι, συνταράχθηκαν έξαφνα, μια στιγμή, και ανατρίχιασαν.  Και έκλαψαν γυναίκες και κορίτσια, γέροντες δάκρυσαν, άντρες κουνήθηκαν, και τα παιδιά τα Ελληνόπουλα όλου του κόσμου άναψαν.

Με την αφορμή του θανάτου του Μελά, όλοι αντιλήφθηκαν ότι έπρεπε να επέμβουν στην Μακεδονία.

Ο Μακεδονικός Αγώνας του 1904-08 προλείανε το έδαφος για τους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912-13, που οδήγησαν στην απελευθέρωση της Ηπείρου και της Μακεδονίας.

 

Ίων Δραγούμης

Ο Ίων Δραγούμης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1878.  Ήταν γόνος οικογένειας πολιτικών και γιος του αγωνιστή, βουλευτή, Υπουργού Εξωτερικών της κυβέρνησης Χαριλάου Τρικούπη και λόγιου, Στέφανου Δραγούμη.  Ένας πρόγονός του χρημάτισε υπουργούς του Ιωάννη Καποδίστρια, του πρώτου Κυβερνήτη του ανεξάρτητου ελληνικού κράτους.  Η οικογένεια Δραγούμη καταγόταν από το Βογατσικό του νομού Καστοριάς.

Ο Ίων Δραγούμης σπούδασε Nομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, και από το 1899 ακολούθησε τον διπλωματικό κλάδο, υπηρετώντας στη διπλωματική υπηρεσία του Υπουργείου Εξωτερικών. Το 1897 κατατάχτηκε εθελοντικά στο μέτωπο του ελληνοτουρκικού πολέμου. 

Όπως είδαμε, υπήρξε βασικός συνεργάτης του Παύλου Μελά στην οργάνωση της άμυνας των Ελλήνων της Μακεδονίας έναντι των Βούλγαρων.  Το 1902 τοποθετήθηκε με δική του αίτηση υποπρόξενος στο Προξενείο Μοναστηρίου.  Στη συνέχεια υπηρέτησε ως πρόξενος στις Σέρρες (1903), τον Πύργο Βουλγαρίας και τη Φιλιππούπολη (1904), την Αλεξάνδρεια και την Αλεξανδρούπολη (1905), και το 1907 τοποθετήθηκε στην πρεσβεία Κωνσταντινούπολης. Το 1908 ίδρυσε από κοινού με τον Αθανάσιο Σουλιώτη-Νικολαΐδη την Οργάνωση Κωνσταντινουπόλεως, η οποία είχε ως στόχο της την επίτευξη ισοπολιτείας των εθνοτήτων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και τη σύμπραξη Ελλήνων και Τούρκων για τη δημιουργία ενιαίου κράτους στα ευρωπαϊκά πρότυπα, στο οποίο πίστευε πως τελικά θα επικρατούσε το ελληνικό στοιχείο.  Ο Δραγούμης πίστευε πως με την παρέλευση του χρόνου, το ελληνικό στοιχείο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας θα κυριαρχούσε, με συνέπεια την αναβίωση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.

Κατά τη διάρκεια του πρώτου Βαλκανικού Πολέμου το 1912 διετέλεσε σύμβουλος του διαδόχου Κωνσταντίνου, παρακολούθησε την κατάληψη της Θεσσαλονίκης, και ύψωσε την πρώτη ελληνική σημαία.

Στη συνέχεια υπηρέτησε στο Υπουργείο Εξωτερικών υπό τον Ελευθέριο Βενιζέλο, με τον οποίο άρχισε ήδη να εκδηλώνει πολιτική διάσταση.  Κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου υπηρέτησε ως επιτετραμμένος στη Βιέννη και το Βερολίνο, θέση από την οποία αρνήθηκε να διαπραγματευτεί την ανταλλαγή των ελληνικών πληθυσμών Θράκης και Δυτικής Μικράς Ασίας με τους τουρκικούς πληθυσμούς της Μακεδονίας. 

Ο Δραγούμης ήταν ενάντιος στον ξεριζωμό των Ελλήνων της Ανατολικής Θράκης, της Μικράς Ασίας και του Πόντου, γιατί πίστευε πως με την πάροδο του χρόνου θα αποτελούσαν την εστία για την επικράτηση του ελληνικού στοιχείου στην ήδη υπό διάλυση Οθωμανική Αυτοκρατορία.

Ο Ίων Δραγούμης διορίσθηκε υποπρόξενος στο Μοναστήρι τον Δεκέμβριο του 1902.  Μαζί με άλλους Έλληνες πατριώτες της Βορειοδυτικής Μακεδονίας ίδρυσε στο Μοναστήρι το σωματείο «Μακεδονική Άμυνα».  Σε πόλεις, κωμοπόλεις και χωριά του βιλαετίου Μοναστηρίου οι επιτροπές της «Άμυνας» αποτέλεσαν τη ραχοκοκαλιά της ελληνικής οργάνωσης, η οποία προλείανε το έδαφος για την αποτελεσματική διεξαγωγή του μακεδονικού αγώνα.

Σκοπός της Άμυνας, σύμφωνα με τον κανονισμό της, ήταν «όχι η ανατροπή των καθεστώτων, αλλ’ υπεράσπισις εθνική, συνασπισμός των ελληνικών κοινοτήτων και αλληλοβοήθεια».

Ο σύνδεσμος της «Άμυνας» με την Αθήνα υπήρξε ο Παύλος Μελάς, ο οποίος βρισκόταν σε εντατικές επαφές με διάφορα πατριωτικά σωματεία.

Η αδερφή του, και σύζυγος του Παύλου Μελά, Ναταλία γράφει τα ακόλουθα στο βιβλίο της «Παύλος Μελάς», που κυκλοφόρησε το 1926, και επανεκδόθηκε το 1962 και 1992:

Από τότε άρχισε συχνή, τακτική αλληλογραφία του Ίωνος με τον Παύλο.  Με αγάπη, με αμοιβαία πεποίθηση, με τέλεια κατανόηση ο ένας του άλλου, μ’ όλη την απόσταση που τους χωρίζει και τις δυσκολίες που παρουσιάζονται, εργάζονται σα μια ψυχή.  Ο Ίων Δραγούμης, τόσο νέος και σε έδαφος που σειέται από υποχθόνια επανάσταση, βρίσκει αμέσως πού να πατήσει, οργανώνει τους πληθυσμούς μας, μαζεύει τις σκόρπιες δυνάμεις του Ελληνισμού, δίνει θάρρος, ξυπνά την πίστη την παλιά που άρχιζε πια να μαργώνει η εγκατάλειψη.... Απ’ το βάραθρο της πολιτικής εργασίας απλώνει το χέρι του και πιάνει το χέρι του άλλου, το μεγάλο χέρι το αδελφικό του Παύλου Μελά, που την ψυχή του από χρόνια την έχει τάξει στην τρανή του αγάπη, την πατρίδα, και κυλά η ζωή του δίχως γυρίσματα, ποτάμι αέναο, ίσια στη θάλασσα...

Από την εποχή της τοποθέτησής του στο ελληνικό Προξενείο του Μοναστηρίου, ο Δραγούμης εργάσθηκε με πραγματική αυταπάρνηση για την οργάνωση του ελληνικού πληθυσμού της Μακεδονίας, και την αντίστασή του κατά της αδυσώπητης βουλγαρικής δραστηριότητας.

Οργάνωσε μυστικές αποστολές όπλων από την Ελλάδα, μερίμνησε για τη συγκέντρωση χρημάτων για την οικονομική ενίσχυση των ελληνικών σχολείων, και για την τοποθέτηση σε αυτά Ελλήνων δασκάλων.

Σε επιστολή του στον γαμπρό του Παύλο Μελά στις 23 Ιουνίου γράφει:

«... Αυτά σε παρακαλώ να μείνουν μυστικά.  Κάνω πράγματα που δεν επιτρέπονται...  Αισθάνομαι πόσην ευθύνη παίρνω επάνω μου, αλλά αφού δεν την παίρνει κανείς άλλος την παίρνω εγώ».

Ο Δραγούμης, ζυμωμένος με τα προβλήματα και τους μακροχρόνιους εθνικούς αγώνες δεν διστάζει να στραφεί ακόμη και κατά της επίσημης ελληνικής πολιτικής, η οποία είχε εγκαταλείψει στην τύχη του τον ελληνισμό της Μακεδονίας, τηρώντας «άψογη» στάση στις σχέσεις της με την Τουρκία.

Στο βιβλίο του «Μαρτύρων και ηρώων αίμα...», ο Ίων Δραγούμης γράφει:

Έχουμε δυνάμεις αμέτρητες στη Μακεδονία και στη Θράκη και σ’ όλη την Ανατολή.  Και αν το κράτος δεν τις ξέρει, τι θα πει πώς πρέπει να μην τις ξέρω κι εγώ;  Και αν το κράτος τις αφήνει κρυμμένες ή σκόρπιες και δεν θέλει να τις περιμαζέψει, δεν είναι λόγος να μην τις περιμαζέψω εγώ, ή τουλάχιστον να προσπαθήσω... Άλλα κράτη αρπάζουν πολιτείες και χώρες κι εμείς και κείνα που είναι δικά μας και εκείνα δεν τα κρατάμε.  Σκιαζόμαστε μη μας πουν οι Ευρωπαίοι πως δεν είναι δικά μας».

Και σε άλλο σημείο του βιβλίου του γράφει τα ακόλουθα:

Η αλήθεια είναι πως δεν κάνουμε καμιά πολιτική καθόλου.  Ρίχνουμε μονάχα στάχτη στα μάτια του κόσμου και γλείφουμε τα πόδια της Τουρκίας.  Είναι άξια, για να χάνω τόσες ώρες εγώ, μια τέτοια εργασία;  Ας καταργήσουμε το υπουργείο εξωτερικών, δεν έχει να χάσει κανείς άλλος τίποτα, εκτός από μερικούς υπαλλήλους που θα χάσουν τη θέση τους...

Και λίγο πιο κάτω γράφει:

Δεν δουλέυω για την Κυβέρνηση, δουλεύω για τον Ελληνισμό.  Δεν αγαπώ την Κυβέρνηση, αγαπώ τον Ελληνισμό.  Σιχαίνομαι την Κυβέρνηση, δεν σιχαίνομαι τον Ελληνισμό.  Άμα συλλογίζομαι την Κυβέρνηση, πέφτω.  Σηκώνομαι, όταν νιώθω τον Ελληνισμό.  Πονώ για τον Ελληνισμό.  Για την Κυβέρνηση μου έρχεται καταφρόνια.

Και αλλού:

Η Μακεδονία είναι τόπος αληθινής ζωής, όχι ψεύτικης όπως είναι η Αθήνα...  Όσοι πήγαν στη Μακεδονία ελευθερώθηκαν από την ψευτιά, που φέρνει την παραλυσία και τη νάρκη... Η Μακεδονία είναι σχολείο ελευθερίας, σχολείο που φτιάχνει άνδρες ελεύθερους.  Όλοι οι Έλληνες «θα συμπληρώσουν τα σπουδάς των» εις την Μακεδονία.  Η Μακεδονία θα μας σώσει.  Αν τρέξουμε να σώσουμε τη Μακεδονία, εμείς θα σωθούμε.

Ο Δραγούμης πίστευε πως μόνο από τους νέους θα μπορούσε να σωθεί η Μακεδονία.  Γράφει στο βιβλίο του απευθυνόμενος σε αυτούς:

Σε σας στρέφομαι, παιδιά του Ελληνισμού, αγαπημένα μου Ελληνόπουλα,, και σας εξορκίζω μη λησμονείτε ποτέ το θάνατο του Παλικαριού (εννοεί του Παύλου Μελά), αλλά προ πάντων μη λησμονείτε τη ζωή του, τον ενθουσιασμό του δηλαδή και τη δύναμη και την τόλμη, μη λησμονείτε και την ιδέα που για κείνη δούλεψε και υπόφερε, ούτε την πανώρια χώρα όπου εσκοτώθη, γιατί και η ιδέα εκείνη και η χώρα θέλουν πολλούς ακόμα Ήρωες.

Όταν το βιβλίο του Ίωνα Δραγούμη «Μαρτύρων και ηρώων αίμα...» κυκλοφόρησε το 1907, θεωρήθηκε το μοναδικό πόνημα για την εποχή εκείνη, το οποίο αναφερόταν τόσο ανάγλυφα στις συνθήκες που επικρατούσαν κατά τη διάρκεια του μακεδονικού αγώνα στην Μακεδονία.

Η έκδοσή του συντάραξε το πανελλήνιο και συγκλόνισε ιδιαίτερα τους αθηναϊκούς κύκλους, οι οποίοι όταν άκουγαν για Μακεδονία, νόμιζαν ότι επρόκειτο για άλλο κόσμο.

Ο Δραγούμης είχε γυρίσει ολόκληρη τη Μακεδονία, και ήταν άριστα ενημερωμένος γύρω από την τακτική των Βουλγάρων.  Γνώριζε ότι κυριαρχούσαν στο βόρειο τμήμα της, κυρίως ανάμεσα στους απλοϊκούς και αμόρφωτους αγροτικούς πληθυσμούς, τους οποίους ξεγελούσαν με αόριστες υποσχέσεις και διάφορα τεχνάσματα.  Τους εξανάγκαζαν όμως να πληρώνουν χρηματικές εισφορές και να εξοπλίζονται.  Με λίγα λόγια, όπως αναφέρει ο Δραγούμης, οι Βούλγαροι αποτελούσαν «κράτος εν κράτει» μέσα στην επαρχία αυτή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.  Οι Τούρκοι είχαν στρατό και οι Βούλγαροι συμμορίες.

Η Κωνσταντινούπολη εφαρμόζοντας την πολιτική του «διαίρει και βασίλευε» προσπαθούσε μόνιμα να αντιπαραθέτει τις εθνοτικές μειονότητες και να υποδαυλίζει τις διαμάχες τους, στοχεύοντας στη διατήρηση του «status quo” στον μακεδονική χώρο.

Οι χωρικοί της Μακεδονίας είχαν κουραστεί πια να ακούνε τους Έλληνες διπλωματικούς εκπροσώπους να τους συνιστούν μόνιμα να κάνουν υπομονή, όταν οι Βούλγαροι, όπως γράφει ο Δραγούμης:

Πουθενά δεν σταματούν, γιατί ένας είναι ο σκοπός τους, μόνο φόνους κάνουν και δολοφονίες, ρίχνουν και δυναμίτη.  Σκοτώνουν, καίουν, ρημάζουν, αρπάζουν, βασανίζουν, κόβουν μύτες και αυτιά, βγάζουν μάτια, γδέρνουν, σουβλίζουν...

Ο Ανδρέας Δενδρινός έγραψε χαρακτηριστικά για τον Ιωνα Δραγούμη:

Ο Δραγούμης ήταν πρώτα πολεμιστής και ύστερα ιδεολόγος και τελευταία λογοτέχνης και άνθρωπος του πνεύματος.  Τις σκέψεις του δεν τις απέκτησε καθισμένος σε πολυθρόνες σαλονιών, ούτε σε καρέκλες καφενείου, ακόμη λιγότερο σε έδρανα πανεπιστημίων... Τις απέκτησε στο πεδίο της μάχης, στην καρδιά του πληγωμένου σώματος του Γένους, σαν πρόξενος και σαν κρυφός ή φανερός οργανωτής της επιβιώσεως του Γένους αυτού, μέσα στο τότε εθνολογικό και φυλετικό μωσαϊκό της Μακεδονίας, της Θράκης και της Πόλης...

Ο Ίων Δραγούμης πίστευε στην αναβίωση του Βυζαντίου με αφορμή την Νεοτουρκική επανάσταση και την καλλιέργεια αγαθών σχέσεων με την Τουρκία.  Έφτασε μάλιστα στο σημείο να υποστηρίξει ότι διά μέσου της διάδοσης των ελληνικών πολιτικών αρχών από το Οθωμανικό Κοινοβούλιο η Οθωμανική Αυτοκρατορία θα μεταβαλλόταν σε νέο Βυζάντιο.  Η πολιτιστική ανωτερότητα του ελληνισμού θα αφομοίωνε το τουρκικό στοιχείο και βαθμιαία η οθωμανική θα μεταβαλλόταν σε ελληνική αυτοκρατορία.

Αυτές του οι αντιλήψεις τον οδήγησαν αργότερα σε αντιπαραθέσεις με τον Ελευθέριο Βενιζέλο, ο οποίος είχε θέσει στόχο των κυβερνήσεών του την πραγματοποίηση της Μεγάλης Ιδέας, πρώτη φάση της οποίας ήταν οι Βαλκανικοί Πόλεμοι του 1912-13.  Δεύτερη φάση ήταν η ατυχής Μικρασιατική Εκστρατεία, που οδήγησε στην Μικρασιατική Καταστροφή του 1922.

Μετά το Μοναστήρι ο Ίων Δραγούμης διορίστηκε στην πρεσβεία της Πετρούπολης. Το 1915 παραιτήθηκε από το διπλωματικό σώμα και εκλέχτηκε ανεξάρτητος βουλευτής του νομού Φλώρινας.  Επικριτής του παλατιού για την πολιτική στο χώρο της Μακεδονίας, που οδήγησε στην παράδοση των ανατολικών περιοχών στους Βούλγαρους, αντιτάχτηκε ωστόσο και στην πολιτική του Βενιζέλου που οδήγησε στην έξωση του Κωνσταντίνου, ενώ αργότερα επέκρινε και την ελληνική στρατιωτική παρουσία στη Μικρά Ασία. 

Η διαφωνία του Ελευθέριου Βενιζέλου με τον βασιλιά Κωνσταντίνο για τη στάση της Ελλάδας κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, τον οδήγησε στον σχηματισμό δεύτερης κυβέρνησης στην Θεσσαλονίκη από το 1916 μέχρι το 1917.

Όταν ο Βενιζέλος, με τη βοήθεια των συμμάχων, επέστρεψε στην Αθήνα το 1917 ως πρωθυπουργός της εθνικής κυβέρνησης, ο βασιλιάς Κωνσταντίνος στάλθηκε σε εξορία στη Σικελία.

Την ίδια χρονιά, βασικά πολιτικά στελέχη της αντιβενιζελικής παράταξης εξορίστηκαν στην Κορσική.  Μεταξύ αυτών ήταν και ο Ίων Δραγούμης, ο οποίος παρέμεινε σε εξορία για τρία χρόνια, από το 1917 μέχρι το 1920.

Στις 30 Ιουλίου του 1920, όταν ο Ελευθέριος Βενιζέλος ήταν έτοιμος να επιβιβασθεί σε τρένο στο σταθμό της Λυών, έγινε δολοφονική απόπειρα εναντίον του, με αποτέλεσμα να τραυματιστεί στο χέρι.

Ο Βενιζέλος, μετά από μεγάλο διπλωματικό αγώνα, είχε επιτύχει την υπογραφή της Συνθήκης των Σεβρών, με την οποία οι σύμμαχοι της Ελλάδας, ως ανταμοιβή για την προσχώρησή της στην παράταξή τους κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, παραχωρούσαν στην Ελλάδα την Ανατολική Θράκη, την περιοχή της Σμύρνης, καθώς και νησιά του Αιγαίου Πελάγους, που μέχρι τότε βρίσκονταν υπό την κυριαρχία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.  Με τη Συνθήκη των Σεβρών η Ελλάδα διπλασίασε την έκταση και τον πληθυσμό της, και έγινε η Μεγάλη Ελλάδα των δύο ηπείρων και πέντε θαλασσών, όπως την περιέγραψε ο Ελευθέριος Βενιζέλος.

Όταν έφτασαν στην Αθήνα τα νέα για την απόπειρα δολοφονίας του Βενιζέλου, άρχισαν διώξεις παραγόντων προσκειμένων στην βασιλική παράταξη, γιατί στην παράταξη εκείνη ανήκαν τα άτομα που επιτέθηκαν κατά του Βενιζέλου.

Ο Ίων Δραγούμης, που είχε επιστρέψει από την εξορία, ήταν γνωστός για την αντιβενιζελική του στάση, αν και δεν είχε καμιά ανάμειξη στην απόπειρα δολοφονίας του Βενιζέλου, συνελήφθη στις 31 Ιουλίου από τμήμα της σωματοφυλακής του Βενιζέλου, και χωρίς προηγούμενες ανακρίσεις και δίκη, εκτελέστηκε στην οδό Βασιλίσσης Σοφίας.

Το κλίμα του εθνικού διχασμού, που είχε αρχίσει κατά τη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου (1914-18) από την αντιπαράθεση του Βενιζέλου και του βασιλιά Κωνσταντίνου, και το σχηματισμό δεύτερης κυβέρνησης στη Θεσσαλονίκη από τον Ελευθέριο Βενιζέλο το 1916, εντάθηκε ακόμη πιο πολύ μετά την απόπειρα δολοφονίας του Βενιζέλου και τη δολοφονία του Ίωνα Δραγούμη στον ανθό της ηλικίας του.

Ο Ίων Δραγούμης μένει για την εθνική μνήμη μια από τις ωραιότερες μορφές του σύγχρονου Ελληνισμού.  Στα πολυτάραχα χρόνια της πρώτης εικοσαετίας του 20ού αιώνα στάθηκε, που τα πολιτικά πάθη είχαν για πρώτη φορά διχάσει την Ελλάδα σε δύο κυβερνήσεις, ο Ίων Δραγούμης παρέμεινε μια αδιάβλητη προσωπικότητα και ένας ακραιφνής Έλληνας.

Στον κυκεώνα των συνεχώς εναλλασσόμενων ιστορικών και πολιτικών εξελίξεων, ο Ίων Δραγούμης αποτελεί την εξαίρεση στις τάξεις των διπλωματών και πολιτικών της Ελλάδας, γιατί ποτέ του δεν άφησε τον χείμαρρο των πολιτικών αντιπαραθέσεων να τον παρασύρει στα θολά νερά του, συμπαρασύροντας ταυτόχρονα και τη μοίρα του έθνους στην καταρρακτώδη ροή του.

Η πίστη του στα ιδανικά του έθνους, στην λαϊκή παράδοση και τη δημοτική γλώσσα, παρέμεινε ανόθευτη και αμετακίνητη.

Ο Δραγούμης δεν ασχολήθηκε αποκλειστικά με τα εθνικά θέματα.  Ήταν και λογοτέχνης ολκής, καθώς και στοχαστής που συνδύαζε το ελληνικό πνεύμα με την ευρωπαϊκή διανόηση.

Παρά το γεγονός ότι όταν δολοφονήθηκε, ο Δραγούμης ήταν μόνο 42 ετών, υπήρξε μια από τις κορυφαίες μορφές της εποχής του, και διακρίθηκε ως δημόσιος άνδρας και ως πνευματικός άνθρωπος.

Στο χώρο των γραμμάτων ο Δραγούμης έγινε γνωστός κυρίως μέσα από τον Εκπαιδευτικό Όμιλο, του οποίου υπήρξε συνιδρυτής, και των συνεργασιών του με το περιοδικό Νουμάς με το ψευδώνυμο Ίδας. Υπήρξε επίσης συνιδρυτής του περιοδικού Πολιτική Επιθεώρησις.

Ο Ίων Δραγούμης ήταν στρατευμένος στην επικράτηση του δημοτικισμού.  Σε ένα άρθρο του γράφει:

«Ξεσκέπασε τη δημοτική παράδοση και πρόσωπο με πρόσωπο θα αντικρίσεις την ψυχή σου».

Στον κύκλο των γραμμάτων ο Δραγούμης ανήκε στην παρέα του Κωστή Παλαμά, του Άγγελου Σικελιανού, του Νίκου Καζαντζάκη, και άλλων δημοτικιστών ποιητών και πεζογράφων.

Το πρώτο βιβλίο του Δραγούμη δημοσιεύθηκε το 1907, τίτλο «Μαρτύρων και ηρώων αίμα», και ήταν εμπνευσμένο από τον Μακεδονικό Αγώνα.

Το 1909 κυκλοφόρησε το βιβλίο του «Σαμοθράκη» και το 1911 «Όσοι ζωντανοί».

Τα υπόλοιπα έργα του είχαν πολιτικό κυρίως χαρακτήρα.

 

Επίλογος

Ουσιαστικά η θυσία του Μελά έδωσε το έναυσμα και για την αμεσότερη δραστηριοποίηση του ελληνισμού ολόκληρης της Μακεδονίας.  Τόσο στο βιλαέτι του Μοναστηρίου, όσο και στο βιλαέτι της Θεσσαλονίκης παρατηρήθηκε εντονότατη κινητοποίηση σε όλα τα επίπεδα.

Ο θάνατος του Παύλου Μελά υπήρξε το πρωταρχικό γεγονός στην μακεδονική υπόθεση που έκανε την επίσημη ελληνική πολιτική να στρέψει την προσοχή της προς την Μακεδονία, και πυροδότησε την κοινή γνώμη της εποχής.

Η 13η Οκτωβρίου 1904, ημερομηνία του θανάτου του Παύλου Μελά στο χωρίο Στάτιστα (σημερινό Μελάς) του Νομού Καστοριάς, αποτελεί τη συμβολική ημερομηνία της εξόρμησης του Μακεδονικού Αγώνα.  Η θυσία του Μελά λειτούργησε ως καταλύτης της εθνικής αφύπνισης στην Αθήνα, αναφορικά με την κατάσταση που επικρατούσε στην Μακεδονία.

Σύμφωνα με τον Κωνσταντίνο Βακαλόπουλο, Καθηγητή της νεοελληνικής ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, ο Ίων Δραγούμης πρόσφερε τις σπουδαιότερες υπηρεσίες στην οργάνωση του ελληνισμού της Βορειοδυτικής Μακεδονίας στις παραμονές του Μακεδονικού Αγώνα.

Ο Ίων Δραγούμης πίστευε ακράδαντα στον ελληνισμό και στην δυναμική του παρουσία σε οποιαδήποτε γωνιά της γης και αν ζούσε.  Ήταν ο πρώτος Έλληνας διπλωμάτης που εξέφρασε τη γνώμη πως ο βουλγαρικός κίνδυνος θα μπορούσε να αντιμετωπισθεί μόνο με την ένοπλη κινητοποίηση του μακεδονικού ελληνισμού.

Αποτελεί σπάνια, αν όχι μοναδική, περίπτωση στην ιστορία του ελληνικού έθνους ο τρόπος με τον οποίο δύο νέοι άνθρωποι, ο Παύλος Μελάς και ο Ίων Δραγούμης, που τους συνέδεε συγγένεια διά αγχιστείας, με τη δραστηριότητα και τις πράξεις τους δημιούργησαν τις προϋποθέσεις για την απελευθέρωση μιας μεγάλης γεωγραφικής περιφέρειας της Ελλάδας.

Χωρίς τον Ίωνα Δραγούμη είναι αμφίβολο αν ο Παύλος Μελάς ανέπτυσσε την στρατιωτική του δραστηριότητα στην Μακεδονία, που αποτέλεσε την απαρχή του Μακεδονικού Αγώνα.

Από την άλλη, οι παροτρύνσεις και οι κινητοποιήσεις του διπλωμάτη Ίωνα Δραγούμη δεν θα είχαν απήχηση στον καταπιεσμένο ελληνισμό της Μακεδονίας, αν δεν είχε προηγηθεί ο ηρωικός θάνατος του Παύλου Μελά, που λειτούργησε ως κάλεσμα για τον αγώνα, παράδειγμα για τους Κρητικούς και τους Μανιάτες που τον ακολούθησαν, και έγινε σύμβολο για όλους τους Μακεδονομάχους.

Η αποψινή ομιλία θα κλείσει με απαγγελίες από την Ντίνα ποιημάτων εμπνευσμένων από τον θάνατο του Παύλου Μελά και του Ίωνα Δραγούμη.

 

Κυριάκος Αμανατίδης

BA, BLitt

 

 
Disclaimer
While every effort has been made by ANAGNOSTIS to ensure that the information on this website is up to date and accurate, ANAGNOSTIS  does not give any guarantees, undertakings or warranties in relation to the accuracy completeness and up to date status of the above information.
ANAGNOSTIS will not be liable for any loss or damage suffered by any person arising out of the reliance of any information on this Website

.Disclaimer for content on linked sites
ANAGNOSTIS accepts no responsibility or liability for the content available at the sites linked from this Website.
Το περιοδικό δεν ευθύνεται για το περιεχόμενο άρθρων των συνεργατών.

Anagnostis  P.O.Box 25 Forest Hill 3131 Victoria Australia
 enquiry@anagnostis.info