ΤΙΜΕ ΙΝ ΑΤΗΕΝS            

    

 


 

 


GREEKS 
IN AUSTRALIA

Explore the Map above




 

 Για ένα καπρίτσιο

Χρυσούλα Ζάκκα

 

 

Τικ-τικ, οι πρώτες σταγόνες μιας φθινοπωρινής βροχούλας κύλησαν στο μπροστινό παράθυρο του αυτοκινήτου.

Απορροφημένη στις σκέψεις  που μου δημιούργησαν οι σταγόνες, δεν πρόσεξα την αλλαγή του σήματος της τροχαίας. Με συνέφερε από το λήθαργό μου, οι κόρνες των αυτοκινήτων που περίμεναν υπομονετικά να ξυπνήσω απ’ το λήθαργό μου και να συνεχίσω το δρόμο μου.

Όταν έφτασα στον προορισμό μου, αντί να βγω απ’ το αυτοκίνητο, συνέχισα τον ειρμό των σκέψεων που μου προξένησαν οι πρώτες σταγόνες του Φθινοπώρου.

Την ιστορία αυτή της ζωής, που θα ζωντανέψει το άσπρο χαρτί, είχε γραφτεί πριν από αρκετά χρόνια, όχι με μελάνη, μα με το αίμα που ανέβλυζε απ’ τις ραγισμένες καρδιές ανθρώπων που έζησαν αυτήν την τραγωδία.

Αρχές Φθινοπώρου.

Είχα τελειώσει τις γυμνασιακές μου σπουδές, όταν γνώρισα τον Αλέκο.  Δεθήκαμε με μια πολύ ευαίσθητη φιλία.

Είχαμε φτάσει σ’ αυτήν την ηλικία που ο άνθρωπος φτιάχνει φίλους, παίρνει συνείδηση του εαυτού του και ξέρει ποιο δρόμο θα διαλέξει μες στον λαβύρινθο της ζωής.

Κι οι δύο χρησιμοποιούσαμε τη γλώσσα της αλήθειας, της εμπιστοσύνης, την ανάγκη της πνευματικής και κοινωνικής βοήθειας.

Για λίγο καιρό, έτσι ξαφνικά, ο Αλέκος χάθηκε.

Όσο περνούσαν οι μέρες, η ανησυχία μου μεγάλωνε.  ΄Ωσπου μια μέρα τον βρήκα να κάθεται στο ίδιο τραπεζάκι του μικρού εστιατορίου της γειτονιάς.

Ήτανε μόνος. Το χλωμό του πρόσωπο το σκίαζε η θλίψη.

Τον πλησίασα. Κάθισα αθόρυβα στη διπλανή καρέκλα κι ακούμπησα το χέρι μου απαλά στο δικό του χέρι.

Έβλεπα τα χείλη του να σιγοτρέμουν κι ένα δάκρυ στάλαξε στο χέρι μου.

Περίμενα υπομονετικά να μου εκμυστηρευθεί τι ήταν αυτό που τον έκανε να είναι τόσο θλιμμένος.

Σιγά-σιγά άφησε την ματιά του ν’ απλωθεί γύρω-γύρω στους τοίχους και σταμάτησαν στο πρόσωπο μου.

Η καρδιά  μου άρχισε να κτυπά γοργά αντικρίζοντας τα δάκρυα που κατρακυλούσαν ασταμάτητα στα χλωμά του μάγουλα.  Δάκρυα χωρίς αναφιλητά.

Κούνησε με δύναμη και σαν αστραπή γρήγορα το κεφάλι του δεξιά-αριστερά σαν να τον βελόνιαζε κάποια δυσάρεστη σκέψη και ψιθυρίζοντας, μου εκμυστηρεύτηκε ποια ήταν η αιτία να είναι τόσο θλιμμένος.

Μείναμε ώρα πολύ κουβεντιάζοντας ψιθυριστά.

Είχε αρχίσει να νυχτώνει. Στο αμυδρό φως έβλεπα να ρίχνουν περίεργες σκιές τα μικρά τραπεζάκια του εστιατορίου.

Έπρεπε να φύγω. Οι γονείς μου θ’ανησυχούσαν.

Ακούμπησα απαλά τα χέρια μου στα χέρια του Αλέκου, για να τραβήξω την προσοχή του και του είπα ότι έπρεπε να φύγω, ήτανε αργά, μα θα ήθελα να ξανασυναντηθούμε στο ίδιο αυτό μέρος.  Φάνηκε ότι είχε ηρεμήσει και μ’ ένα αμυδρό χαμόγελο κούνησε καταφατικά το κεφάλι του, χωρίς ηχώ.

Τον φίλησα απαλά και σηκώθηκα να φύγω.

Μόλις βγήκα έξω απ’την πόρτα του εστιατορίου, αισθάνθηκα μια περίεργη ανατριχίλα να διατρέχει το κορμί μου.

Γύρισα το κεφάλι μου προς την μεριά του Αλέκου και  μέσα απ’ το γυαλί της πόρτας, είδα τον Αλέκο να κρατάει το κεφάλι του μέσα στις παλάμες των χεριών του.

Αργότερα, πόσο μετάνιωσα που δεν γύρισα πίσω να του κρατήσω συντροφιά, να τον κρατήσω στην ζωή.

Να γίνω το φως στο σκοτάδι της ζωής του.

Ίσως θα μπορούσε η φιλία μου να τον τροφοδοτήσει με την επιθυμία του ζην.

Την άλλη μέρα έμαθα, ότι ο Αλέκος είχε αυτοκτονήσει,

Πέρασε αρκετός καιρός κι’ ακόμα η ανάμνηση του Αλέκου, δεν είχε σβήσει. Η τρυφερή αγάπη μου για τον Αλέκο, δεν μ’ άφηνε ήσυχη.  Έπρεπε να συμπληρώσω τα κενά που άφησε ο Αλέκος πριν φέρει τέλος σε μια ζωή που είχε τόσα πολλά να του προσφέρει.

Η σκέψη αυτή μ’έκανε ν’ανασκιρτώ  με  πόνο. Ένα αόρατο χέρι λες και μου κάρφωνε ένα μαχαίρι στην καρδιά.

Έπρεπε να μάθω όλη την αλήθεια και το άτομο που θα συμπλήρωνε αυτό το κενό ήταν η κοπέλα που ο Αλέκος είχε αγαπήσει.  Δεν μπορούσα να ξεχάσω τα περίεργα λόγια του Αλέκου που μου ψιθύριζε μέσα απ’τα δάκρυα του:

«Αγάπησα ένα κεφάλι με δύο σώματα»

Τι  άραγε έκρυβε αυτή η φράση;

Εκείνη τη στιγμή νόμιζα ότι παραμιλούσε και δεν έδωσα πολύ σημασία.  Αργότερα κατάλαβα τι εννοούσε.

Στην δίψα μου να γιομίσω τα κενά, νομίζοντας ότι θα λυτρωθώ απ’ τον πόνο της άγνοιας, βρέθηκα αντιμέτωπη με την πιο άσπλαχνη αλήθεια.

Η Αλίκη και η Αλκμήνη.

Ήτανε πολύ όμορφες. Υψηλές, λυγερά κορμιά. Οι ακτίνες του ήλιου λες και είχανε κατασταλάξει στα ολόσγουρα ξανθά μαλλιά τους. Τα μάτια τους είχανε το χρώμα του ουρανού.

Ήτανε δίδυμες.  Καταπληκτικά όμοιες.  Ούτε και η μητέρα τους δεν μπορούσε να τις ξεχωρίσει.  Αγαπούσανε τόσο πολύ η μια την άλλη, που δεν υπήρχε καμία γωνία στην καρδιά τους για να θρονιαστεί η αγάπη του ανδρός.

Η πρώτη που γνώρισε ο Αλέκος ήτανε η Αλίκη.

Από την πρώτη στιγμή ένιωσε στην  καρδιά του το απαλό φτερούγισμα της αγάπης.

Ο Αλέκος δεν ήξερε ότι υπήρχε η Αλκμήνη.

Κι’ όμως τι τραγική μοίρα.

Χωρίς να το καταλάβει, συναντούσε και τις δυο.  Η αγάπη του φούντωνε μέρα με την μέρα, μα οι δίδυμες παίζανε ένα άσπλαχνο παιχνίδι με μια καρδιά, που το μόνο έγκλημα της, ήτανε ν’ αγαπήσει και το πιο τραγικό, δεν ήξερε ότι ήτανε δύο.

Όταν ο Αλέκος γνώρισε την Αλίκη, το ίδιο βράδυ η Αλίκη το είπε στην Αλκμήνη και οι δύο συνεννοήθηκαν να παίξουν το άσπλαχνο παιχνίδι στον Αλέκο χωρίς ν’αναμετρήσουν τις συνέπειες.

Πέρασε αρκετός καιρός, ο Αλέκος ήτανε τόσο ερωτευμένος που δεν μπορούσε να φανταστεί την ζωή του, χωρίς την Αλίκη και μια μέρα την ρώτησε εάν ήθελε να τον παντρευτεί.

Μόλις της το είπε, η Αλίκη (που δεν ήταν άλλη απ την Αλκμήνη) άρχισε να γελάει ειρωνικά.

Γυρνάει και του λέει: «είσαι σίγουρος ότι είμαι η Αλίκη;»

Βέβαια της απαντάει ο Αλέκος, γιατί με περιπαίζεις;

Η Αλκμήνη δεν του απάντησε και σιγά-σιγά άρχισε να προχωρεί προς την κατεύθυνση του σπιτιού της.

Ο Αλέκος την ακολούθησε.  Η Αλκμήνη μπήκε μες στο σπίτι, κι έκλεισε πίσω της την πόρτα. Ο Αλέκος δεν ήξερε τι να σκεφτεί.

Με την αγωνία του ερωτευμένου που ήθελε να καθησυχάσει τους κτύπους της καρδιάς του, ακούμπησε απαλά το δάχτυλο του, στο κουδούνι της πόρτας και μια γλυκιά μελωδία αντιλάλησε.  Η πόρτα άνοιξε σιγαλά και μια σιλουέτα πρόβαλε, ήτανε η Αλίκη.  Το πρόσωπο του Αλέκου φωτίστηκε με το χαμόγελο της αγάπης, μα ξάφνου μια άλλη σιλουέτα έκανε την εμφάνιση της.

Ο Αλέκος πάγωσε. Ένας κρύος ιδρώτας περιέλουσε το κορμί του. Αλλεπάλληλα το βλέμμα του άλλαζε πορεία.

Ποια από τις δύο ήτανε η Αλίκη;

Αυτές βλέποντας την αγωνία που είχε ζωγραφιστεί στο πρόσωπο του Αλέκου, άρχισαν να τον περιγελούν και να τον περιπαίζουν.

Ανάμεσα στα γέλια τους, του εξομολογήθηκαν το άσπλαχνο παιχνίδι που του παίξανε.

Ο Αλέκος έκλεισε τα μάτια του.  Ασυναίσθητα άρχισε να ψιθυρίζει: «Όχι- Όχι, δεν μπορεί να είναι αλήθεια, είναι αδύνατον, πρέπει να είναι ένα άσχημο, εφιαλτικό όνειρο», μα ξανανοίγοντας τα μάτια του, η άσπλαχνη αλήθεια  βρισκότανε μπροστά του...

Αυτά ήταν τα κενά που μου συμπλήρωσαν η Αλίκη και η Αλκμήνη.

Ήτανε οι τελευταίες ημέρες του καλοκαιριού, καθισμένες και οι τρεις μας σ’ ένα παγκάκι κοντά στην ακροθαλασσιά, κοιτώντας την απεραντοσύνη χωρίς πια να μιλάμε, αισθάνθηκα την δροσιά της νύχτας να χαϊδεύει το πρόσωπο μου. Ακόμα το φεγγάρι δεν είχε βγει και μερικά αστέρια μόλις αχνόφεγγαν.

Σηκώθηκα για να τις αποχαιρετήσω.  Ήτανε σαν να μην υπήρχα κι όμως πριν από λίγο μου εμπιστεύτηκαν την μεγάλη άσπλαχνη τραγωδία. Έφυγα. Γύρισα στο πατρικό μου σπίτι. Η ζωή κυλούσε ήρεμα, άρχισε να επουλώνει την πληγή του παρελθόντος.

Κι’ ένα φθινοπωρινό απόγευμα που οι πρώτες βροχούλες άρχισαν να κάνουν την εμφάνιση τους, το παρελθόν ξαναζωντάνεψε.

Η Αλίκη και η Αλκμήνη, έδωσαν ένα τέλος στην ζωή τους.

Αυτοκτόνησαν...

                                                                     

Χρυσούλα Ζάκκα

Reproduced with the permission 
O Logos December 2007/20thEdition

 

 


 

 

 

 

 
    
Disclaimer
While every effort has been made by ANAGNOSTIS to ensure that the information on this website is up to date and accurate, ANAGNOSTIS  does not give any guarantees, undertakings or warranties in relation to the accuracy completeness and up to date status of the above information.
ANAGNOSTIS will not be liable for any loss or damage suffered by any person arising out of the reliance of any information on this Website

.Disclaimer for content on linked sites
ANAGNOSTIS accepts no responsibility or liability for the content available at the sites linked from this Website.
Το περιοδικό δεν ευθύνεται για το περιεχόμενο άρθρων των συνεργατών.

Anagnostis  P.O.Box 25 Forest Hill 3131 Victoria Australia
 enquiry@anagnostis.info