\\               ΤΙΜΕ ΙΝ ΑΤΗΕΝS            

    

 

 



 
 

 


 




 


 Σάλο προκάλεσε στον επιστημονικό κόσμο της Ελλάδας η πρόσφατη δήλωση του κ. Νίκου Φίλη, Υπουργού Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, πως τα Αρχαία Ελληνικά είναι νεκρή γλώσσα.

Ο κ. Φίλης επανέφερε στην επικαιρότητα παρόμοια γνώμη που είχε εκφράσει τον Σεπτέμβριο του 2013 η κ. Μαρία Ρεπούση, από τη θέση της βουλευτή της ΔΗΜΑΡ, λέγοντας ότι τα Αρχαία Ελληνικά είναι νεκρή γλώσσα.

Μετά από τις έντονες αντιδράσεις πανεπιστημιακών, άλλων ανθρώπων των γραμμάτων και πολιτικών, η Μ. Ρεπούση, για να αιτιολογήσει την άποψή της πως τα Αρχαία Ελληνικά είναι νεκρή γλώσσα, έπεσε σε δεύτερο ατόπημα, λέγοντας πως τα λεξικά χαρακτηρίζουν ως «νεκρές» τις γλώσσες που έπαψαν να ομιλούνται.

Λέγω δεύτερο ατόπημα, γιατί τα Αρχαία Ελληνικά δεν εμπίπτουν σε αυτήν την κατηγορία, για τον απλό λόγο ότι μπορεί να μην ομιλούνται σήμερα στην αρχική τους μορφή, όμως η νεοελληνική αποτελεί συνέχεια των Αρχαίων Ελληνικών, τα οποία με την πάροδο του χρόνου υπέστησαν αλλαγές στη δομή τους.

Ως εκ τούτου, ως νεκρές μπορούν να χαρακτηρισθούν οι γλώσσες που έπαψαν να υπάρχουν σε οποιανδήποτε μορφή, με άλλα λόγια έχουν γίνει γλωσσικά απολιθώματα. Τα Αρχαία Ελληνικά, όπως κάθε ζων οργανισμός, έχουν σταδιακά πάρει νέες μορφές, χωρίς όμως να έχουν χάσει την αρχική τους υπόσταση.

Προς τιμήν του, ο Κωνσταντίνος Αρβανιτόπουλος, ο οποίος ήταν Υπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων όταν η Μ. Ρεπούση έκανε τις παραπάνω δηλώσεις, είχε υποστηρίξει σθεναρά τη χρησιμότητα της διδασκαλίας των Αρχαίων Ελληνικών, και είχε δηλώσει απερίφραστα πως δεν είναι «νεκρή γλώσσα». Σημειώνω πως ο Κ. Αρβανιτόπουλος ήταν πανεπιστημιακός Καθηγητής, ενώ ο νυν Υπουργός Παιδείας Ν. Φίλης δεν έχει τέτοια ιδιότητα, και σταδιοδρόμησε ως δημοσιογράφος. Ως εκ τούτου, δεν έχει το επιστημονικό και γλωσσολογικό υπόβαθρο για να στηρίξει την άποψη, που με τόση επιπολαιότητα εξέφρασε.

Προβληματίζει, κατά την άποψή μου, το γεγονός ότι μέχρι στιγμής ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας, κ. Αλέξης Τσίπρας, δεν πήρε δημόσια θέση για τις δηλώσεις του Υπουργού Παιδείας σε αυτό το εθνικής σημασίας θέμα.

 

ΟΙ ΑΠΟΨΕΙΣ ΤΟΥ ΚΡΙΑΡΑ ΚΑΙ ΤΟΥ ΜΠΑΜΠΙΝΙΩΤΗ

ΓΙΑ ΤΑ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ

 

Βρήκα ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες τις απόψεις δύο επιφανών γλωσσολόγων και πανεπιστημιακών καθηγητών, του αείμνηστου Εμμανουήλ Κριαρά και του Γιώργου Μπαμπινιώτη, για τη θέση των Αρχαίων Ελληνικών στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση.

Ακολουθεί απόσπασμα από δημοσίευμα του Ε. Κριαρά αναφορικά με συζήτηση που είχε για το θέμα των Αρχαίων Ελληνικών τον Οκτώβριο του 2009 με τον κ. Γιώργο Παπανδρέου, Πρωθυπουργό τότε της Ελλάδας.

«Σε αυτήν την ευχάριστη συνάντηση υπογράμμισα στον πρωθυπουργό την ανάγκη να επαναφέρει το παλαιό σύστημα διδασκαλίας της αρχαίας ελληνικής γλώσσας - την κατάργησή της δηλαδή απο το Γυμνάσιο και τον περιορισμό της στο Λύκειο - που είχε καθιερώσει η μεταρρύθμιση του 1976 επί υπουργού Παιδείας Γεωργίου Ράλλη στην πρώτη μεταδικτατορική κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή. «Δυστυχώς δέκα χρόνια αργότερα, το 1986, ο τότε υπουργός Παιδείας Αντώνης Τρίτσης, στην προσπάθειά του να καινοτομήσει και με τις επιρροές αντιδραστικών κύκλων, επανέφερε τη διδασκαλία της αρχαίας ελληνικής στο Γυμνάσιο με την οποία διαφωνώ απολύτως». Πηγή: Η Καθημερινή, 27/10/2009.

Σημειώνω πως η άποψη του Ε. Κριαρά ήταν πως τα Αρχαία Ελληνικά έπρεπε να διδάσκονται μόνο στο Λύκειο, και όχι στο Γυμνάσιο, με το σκεπτικό ότι οι μαθητές είναι πιο ώριμοι για την κατανόησή τους. Με άλλα λόγια, ήταν υπέρ της διδασκαλίας τους στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση.

Σε δημοσίευμα της εφημερίδας Τα Νέα με τίτλο: «Διαμάχη – Χρειάζονται τα Αρχαία Ελληνικά στο σχολείο;», ο πρώην Πρύτανης του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, καθηγητής Γιώργος Μπαμπινιώτης, εξέφρασε τις ακόλουθες απόψεις:

«Αν υπάρχει ένα χαρακτηριστικό τού ελληνικού μας πολιτισμού εύκολα και αντικειμενικά αναγνωρίσιμο είναι η συνέχεια της γλώσσας μας. Το να λες ουρανός, θάλασσα, άνθρωπος, πέτρα, άνδρας, γυναίκα, παιδί, γη, κόσμος, έρωτας, άγγελος, αγορά, ακούω, βλέπω, παίζω, γελώ, αγαπώ, όψη, αλήθεια, αμπέλι, άναρχος, άξιος και χιλιάδες σημερινών λέξεων, που με την ίδια ή παραλλαγμένη μορφή και σημασία χρησιμοποιούνται πάνω από 3.000 χρόνια, είναι αυτό που ξεχωρίζει πολιτισμικά τη γλώσσα μας και που έχουν επισημάνει με απλά και πειστικά λόγια οι δύο νομπελίστες ποιητές μας, ο Σεφέρης και ο Ελύτης. Επομένως το να διδάξεις την αρχαία γλώσσα στο σχολείο, τα αρχαία μας κείμενα, παράλληλα προς τη νέα Ελληνική, όπου θα πέφτει φυσικά το κύριο βάρος, είναι μια αυτονόητη γλωσσική, εκπαιδευτική και πολιτισμική ανάγκη. Το να αγνοείς αυτήν την πραγματικότητα και να επαναλαμβάνεις σε σχέση με την παιδεία του Έλληνα τις γνωστές παιδιάστικες αντιρρήσεις «τι χρειάζομαι την αρχαία γλώσσα;», «πού θα μου χρησιμεύσει μια νεκρή γλώσσα που είναι τα αρχαία Ελληνικά;», και άλλα τέτοια φληναφήματα ή αναπαράγεις συνειδητά αφελή ιδεολογήματα ή παροδηγείσαι από άγνοια ή απαιδευσία. Το έχει πει ωραία ο Κοραής: ‘Όστις χωρίς την γνώσιν της αρχαίας επιχειρεί να ερμηνεύσει την νέαν ή απατάται ή απατά’.

Μεγάλοι ξένοι φιλόλογοι και γλωσσολόγοι έχουν παρατηρήσει ότι αρχαίες κλασικές γλώσσες όπως η Ελληνική που εξακολουθούν και σήμερα να αποτελούν πηγή σύγχρονων επιστημονικών όρων (nano-, mega-, cyberno-, auto-, ergo-, agro-, -archy, bio- κ.λπ.) δεν μπορούν να χαρακτηρισθούν «νεκρές» γλώσσες όπως η Χεττιτική, η αρχαία Αιγυπτιακή κ.ά.», 20 Σεπτεμβρίου 2013.

Από τα παραπάνω διαπιστώνουμε πως η διαφορά μεταξύ Ε. Κριαρά και Γ. Μπαμπινιώτη περιορίζεται στο επίπεδο, στο οποίο συνίσταται να διδάσκονται τα Αρχαία Ελληνικά, όχι για το αν πρέπει να διδάσκονται.

 

Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΕΙΝΑΙ ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΗ

 

Όταν λάβουμε υπόψη τα έργα που γράφτηκαν στην ελληνική γλώσσα σε όλα τα στάδια της μακρόχρονης πορείας της, τα οποία αποτελούν το υπόβαθρο του Δυτικού πολιτισμού, αλλά και την γλωσσολογική επίδραση της ελληνικής στις μεγάλες ευρωπαϊκές γλώσσες, καθώς και το γεγονός ότι η τεχνολογία συνεχίζει να αντλεί την ορολογία της από αυτήν, διαπιστώνουμε την διαχρονική της αξία.

Παράλληλα συνειδητοποιούμε και το γεγονός ότι τα Αρχαία Ελληνικά αποτελούν τον ομφάλιο λώρο που μας ενώνει με τις πολιτισμικές μας ρίζες, και πως η μελέτη τους συμβάλλει στην εις βάθος γνώση της μητρικής μας γλώσσας.

Ως εκ τούτου θα μπορούσαμε να πούμε πως τα αρχαία ελληνικά πρέπει να προσεγγίζονται ως μια αστείρευτη πηγή, από την οποία η νεοελληνική αντλεί τα νάματά της.

Για τους λόγους αυτούς ο Τάσος Λιγνάδης στο βιβλίο του «Καταρρέω», Αθήνα 1989, πολύ σωστά, κατά τη γνώμη μου, κάνει τις ακόλουθες παρατηρήσεις:

«Έχω κατ’ επανάληψη διατυπώσει τις σκέψεις μου για το ενιαίο της ελληνικής γλώσσας και αντιστοίχως για την ανάγκη της συστηματικής και ενιαίας διδασκαλίας της… Είχα παλαιότερα αναφέρει μια στατιστική μου απόπειρα επί τη βάσει του Ετυμολογικού Λεξικού του Ν.Κ. Ανδριώτη. Η καταμέτρηση απέδειξε ότι οι περισσότερες ελληνικές λέξεις που χρησιμοποιούμε είναι αρχαίες ελληνικές… Συμφωνώ απολύτως πως στο Γυμνάσιο δεν μπορεί να εξασφαλισθεί η γνωριμία η γλωσσική με όλες τις ειδολογικές και διαλεκτικές φάσεις της αρχαίας γραμματείας. Μιλάω για απλά και βατά κείμενα, που η διδασκαλία θα δείχνει τις σχέσεις και τις διαφορές τους με την τρέχουσα γλώσσα, πράγμα που σημαίνει εμπλουτισμό του εκφραστικού οργάνου και εξασφάλιση της δημιουργικής λειτουργίας του».

Επιπλέον, δεν πρέπει να μας διαφεύγει το γεγονός ότι η μελέτη της Αρχαίας Ελληνικής καθιστά πιο προσιτές επιστήμες όπως η Φιλοσοφία, η Ψυχολογία, η Ιστορία η Αρχαιολογία, η Θεολογία, η Ιατρική, η Φυσική, η Βιολογία, και άλλες, στις οποίες γίνεται εκτενής χρήση όρων από την αρχαία ελληνική γλώσσα.

Ο μεγάλος Έλληνας ποιητής Οδυσσέας Ελύτης έγραψε κάποτε : «Εγώ δεν ξέρω να υπάρχει παρά μόνο μια γλώσσα, η ενιαία Ελληνική γλώσσα… Σήμερα λέμε ο ουρανός, η θάλασσα, ο Ήλιος, η Σελήνη, ο Άνεμος, όπως έλεγαν η Σαπφώ (600 π. Χ.) και ο Αρχίλοχος (740 π. Χ.».

Κλείνω με απόσπασμα από το έργο του Πλούταρχου «Περί Σωκράτους δαιμονίου», στο οποίο πληροφορεί τους αναγνώστες ότι ο Αγησίλαος ανακάλυψε στην Αλίαρτο τον τάφο της Αλκμήνης, της μητέρας του Ηρακλή, στον οποίο υπήρχε το ακόλουθο αφιέρωμα: «Πίνακα χαλκούν, έχοντα γράμματα πολλά θαυμαστά, παμπάλαια…».

Το λεξιλόγιο του παραπάνω πανάρχαιου αφιερώματος αποτελεί αδιαμφισβήτητη ένδειξη της διαχρονικότητας της ελληνικής γλώσσας. Τι κρίμα που ο κ. Νίκος Φίλης, αν και Υπουργός Παιδείας, έχει αγνοήσει αυτήν την πτυχή της ελληνικής γλώσσας, και ως εκ τούτου με τόση επιπολαιότητα, για να μην πω ανευθυνότητα, χαρακτήρισε τα Αρχαία Ελληνικά ως «νεκρή γλώσσα»…

 

 

Κυριάκος Αμανατίδης
   Νεοελληνιστής
  
Μελβούρνη

 

 


 

 

 




ΑΜΑΝΑΤΙΔΗΣ ΚΥΡΙΑΚΟΣ

  Εργοβιογρχφικό

 

 

 


    
Disclaimer
While every effort has been made by ANAGNOSTIS to ensure that the information on this website is up to date and accurate, ANAGNOSTIS  does not give any guarantees, undertakings or warranties in relation to the accuracy completeness and up to date status of the above information.
ANAGNOSTIS will not be liable for any loss or damage suffered by any person arising out of the reliance of any information on this Website

.Disclaimer for content on linked sites
ANAGNOSTIS accepts no responsibility or liability for the content available at the sites linked from this Website.
Το περιοδικό δεν ευθύνεται για το περιεχόμενο άρθρων των συνεργατών.

Anagnostis  P.O.Box 25 Forest Hill 3131 Victoria Australia
 mail@anagnostis.au