ΤΙΜΕ ΙΝ ΑΤΗΕΝS            

  

 


 

 


GREEKS 
IN AUSTRALIA

Explore the Map above

 


 

 

 

Στες ρέσες 

Οπως ούλα τα κοπελλούδκια, τζι εγιώ, τον τζαιρόν πούμουν μιτσής τζι επήαιννα σκολείον, επαρακάλουν πότε εν νάσιει καμμιά γιορτήν, να μεν έχουμεν σκολείον, για να πάμε στην πλάτσαν του χωρκού να παίξουμεν. Η θρησκεία μας, δόξα σοι ο Θεός, έσιει πολλές γιορτές αμμά, φυσικά, εν τες γιορτάζουμεν ούλες γιατί, αν τες εγιορτάζαμεν εν θα κάμναμεν άλλη δουλειάν. Γιορτάζουμεν τες κυριόττερες, τες μεγάλες γιορτές τζιαι βαώννουν τζιαι τα σκολεία.

Αμαν ήρτα στην Αφστράλιαν, επρόσεξα ότι τα σκολεία εν εβαώνναν σε καμμιά γιορτήν κανενού αγίου. Είπα που μέσα μου, άμπα τζι εν πιστεύκουν σε αγίους. Ερώτησα που περιέργειαν πότε κάμνουν σκόλην οι μαθητές τζι ακούστε ήνταμ που μου είπαν:

-"Δαμέσα, τα σκολεία εν δουλεύκουν την ημέραν της Βασίλισσας, την ημέραν της Εκθεσης, την ημέραν των Ανζακ τζιαι την ημέραν του Μέλπουρν Καπ, δηλαδή την ημέραν που βουρούν οι αππάροι".

Οπως καταλαβαίνετε, επαραξενεύτηκα με τες γιορτές τους. Εφρόντισα, όμως, να μάθω γιατί τες γιορτάζουν. Τζι έμαθα. Την περασμένην Τρίτην (την πρώτην Τρίτην του Νιόβρη) ήταν η γιορτή του Αη Αππάρου. Τούντην ημέραν βαώννουν τα μαχαζιά τζιαι τα σκολεία, σταματούν οι δουλειές τζιαι καλός-κακός πάει στο ιπποδρόμιο να δει το Μελπουρν Καπ.

Που πολλές ημέρες πρωτίττερα, οι εφημερίες τζιαι τα ράδια εν κάμνουν άλλη δουλειάν. Εχουν συνέχειαν τη συναφοράν τους αππάρους. Ποιοι εννά βουρήσουν στο Καπ, ποιοι έχουν πιθανότητες να κερτίσουν τζιαι πόσα εννά πιάσει ο κάθε νικητής.

Τζείνοι που πάσιν ταχτικά στες ρέσες ξέρουν τα ονόματα τους αππάρους τζιαι την ιστορίαν τους πόξω τζι ανακατωτά. Πότε εγεννήθηκεν ο καθένας, ποιος εν ο τζύρης του, ποια εν η μάνα του, πόσες φορές εβούρησεν, πότε εκέρτισεν, ποιος τον γυμνάζει τζι ένα σωρόν άλλες λεπτομέρειες.

Εχουν τζιαι κάτι παράξενα ονόματα, οι τούμπανοι, που απορώ πως τ' αθθυμούνται. Πριν τη μεγάλη ρέσαν, οι "εμπειρογνώμονες" εκάμναν προβλέψεις. Ελαλούσαν πως τα φαβορί για να κερτίσουν εν το "Χαϊπέρνο", το "Λα Ζαπ" τζιαι το "Μιγκ Ντίναστι", που εκέρτισεν τζιαι το Κόλφιλντ Καπ. Οπως αποδείχτηκεν, εππέσαν ούλοι έξω.

Εγιώ, που αππάρους εν γαΐζω, ούτε τζιαι πάω ποττέ μου στες ρέσες. Τόσα χρόνια στην Αφστράλιαν επήα ούλην-ούλην μια φορά στο Μέλπουρν Καπ, τον τζαιρόν που ήρτα, πριν κάμποσα χρόνια.

Την περασμένην Τρίτην, εβρέθηκα με μια παρέαν που εθέλαν ίλλε τζιαι καλά να με πάρουν στες ρέσες, στο Μέλπουρν Καπ.

-"Αφήστε με ήσυχον, ρε κοπέλια", λαλώ τους, "ήνταμ που γυρεύκω εγιώ στε ρέσες;"

-"Πάμεν, κύριε Χωρκάτη, τζι εννά σου αρέσει. Στο κάτω-κάτω εννά δεις πράματα που μπορεί να τα γράψεις τζιαι στην εφημερίαν".

-"Αμαν εν έτσι, που δημοσιογραφικόν καθήκον, ας πάμεν".

Εκαλάραν με. Επήαμε στο σταθμόν του Φλίντερς Στριτ τζι εκόψαμεν εισιτήρια. Επιερώσαμεν εφτά δολλάρια ο καθένας. Είπα μας ότι, με το "τικέττο" του τραίνου μπαίννεις τζιαι στο ιπποδρόμιο. Σ' έναν κάρτον της ώρας εφτάσαμεν. Εδείξαμεν τα τικέττα μας τζι εμπήκαμεν μέσα.

Οτι είδαν τα μμάθκια μου εν πιστεύκω να το ξαναδώ άλλη φοράν. Ηταν μια μεγάλη πλάτσα τζι ο κόσμος μέσα ήταν σαν τους λύμπουρους. Ούτε μια πιθαμήν εν είσιεν να παρπατήσεις. Ητουν κουντάς με - κουντώ σε. Γύρου-γύρου του ιπποδρομίου ήταν σιηλλιάες αυτοκίνητα παρκαρισμένα που εφαίνουνταν σαν τες σπυριθκιές.

Την ώραν που εμπήκαμε μέσα, ετέλειωννεν η τρίτη ρέσα. Η παρέα μου είχαν ένα "ττιπ" στην τέταρτη ρέσαν. Ηταν το νούμερο δέκα. Κόποιος τους είπεν ότι εννά κερτίσει τζι εθέλαν να το "παγκάρουν".

-"Εν θα του βάλεις τζι εσού τίποτε, κύριε Χωρκάτη; Εν σίουρον".

-"Εγιώ, εν ηξέρω πο' τούντες δουλειές. Ούτε ήντα λοής παγκαρίσκουν ούτε πως κερτίζουν".

-"Δος μου πέντε δολλάρια", λαλεί μου ο ένας, "τζι εν δουλειά δική μου".

Ηντα να κάμω, έδωκα του. Είπα να δω τζι εγιώ την τύχη μου. Υστερα που λλίον αρκέψαν οι αππάροι το βούρος. Που τζαμαί πούμαστιν εν εθωρούσαμεν τίποτε. Εμάσιετουν, όμως, το ράδιον συνέχειαν. Εγιώ εν εκαταλάβαιννα γρι. Αμαν ετέλειωσεν η ρέσα, ο φίλος μου, γεμάτος χαράν, λαλεί μου:

-"Εκέρτισεν ο άππαρος μας. Πήαιννε να εισπράξεις".

-"Τζιαι που ξέρω εγιώ, το γιο μου, που εισπράσσουσιν. Εσού που επάγκαρες εσού να πάς να εισπράξεις".

Επήεν. Υστερα που κάμποσην ώραν ήρτεν πίσω. Αντί πέντε δολλάρια που του έδωκα, έφερε μου τριάντα.

-"Εν καλή δουλειά", λαλώ του.

-"Εν θα παγκάρεις τζιαι στο Μέλπουρν Καπ", ρωτά με.

-"Εσιετε τζιαι δαμαί κανένα ττίπ;" ερώτησα.

-"Οϊ", λαλεί μου, "τούτη εν η πιο γνήσια ρέσα. Εν έσιει ψέμαν".

-"Αφού εν έτσι", λαλώ του, "παρέτα με. Κανούν με τζείνα που κέρτισα. Εν θέλω άλλα".

Οι φίλοι μου, όμως, εν εκάμαν ότι έκαμα εγιώ. Τζείνα που εκερτίσαν επήαν τζι εβάλαν τα πάνω σε άλλους αππάρους για να τα πολλύνουν

Επιτέλους, ήρτεν η ώρα της μεγάλης ρέσας, του Μέλπουρν Καπ. Εγυρεύκαμεν νάβρουμεν κανέναν τόπον για να δούμεν τζι εμείς τους αππάρους που εννά βουρήσουν. Που νάβρεις όμως! Οπου τζι αν εστέκεσουν, μόνον τη ράσιην του ομπροστινού σου εθώρες. Στο τέλος επήα σ' έναν τόπον που είσιεν κάμποσες τηλεοράσεις γύρου-γύρου πόναν στύλλον. Εστάθηκα τζαμαί τζι είδα τζι εγιώ τη ρέσα.

Σαν εμέναν είσιεν τζιαι πολλούς άλλους. Δίπλα μου εστέκετουν μια Αφστραλεζού. Την ώραν που εκόντευκεν να τελειώσει η ρέσα τζι εξεχώρισεν ο άππαρος που ήτουν πρώτος, έμπηξε κάτι τσιριλλιές "κκαμόν, κκαμόν", που με εκούφανεν. Τζιαι πολλοί άλλοι εφωνάζαν σαν την Αφστραλεζούν.

Εγιώ έκαμνα μεσάνυχτα. Ετέλειωσεν η ρέσα τζιαι ούτε εκατάλαβα ποιος άππαρος εκέρτισεν. Μόνον άμαν εγράψαν τ' όνομαν του πας τον πίνακα εκατάλαβα. Eλαλούσαν τον Μπέλντεϊλ Μπολ. Ιδιοχτήτης του εν κάποιος εκατομμυριούχος που την Αγγλίαν. Κοντά στα τόσα εκατομμυρια που έσιει έβαλεν τζι άλλες τρακόσιες σιηλλιάες δολλάρια που εκέρτισεν ο άππαρος του που τούντη ρέσα. Τα νερά στα νερά τρέχουσιν, όπως ελαλούσαν τζι οι πρωτινοί.

Υστερα που το Καπ, εδκιανεφτήκαμεν λλίον να δούμεν τον κόσμον πριν να φύουμεν. Εμαθα ύστερα που τες εφημερίες ότι είσιεν πάνω που εκατό σιηλλιάες πλάσματα. Είπα τζι εγιώ που μέσα μου:

-"Μα θώρε ολάν. Κανένας άγιος εν συνάει τόσον κόσμον στη γιορτήν του. Στη γιορτήν τ' άη Αππάρου, όμως, πάσιν πάνω που εκατό σιηλλιάες κόσμος τζι εν ηξέρω πόσα εκατομμύρια που ούλον τον κόσμον θωρούν την που την τηλεόρασην. Σίουρα, εφτάσαμε στα ύστερα του κόσμου".

 

Ο ΧΩΡΚΑΤΗΣ

10.11.80

 

 


 


    ΠαλιΑ αλλΑ επΙκαιρα
Σημειώματα

 
γράφει ο Χάρης Σιαμαρής

Σαν πρώτη γνωριμία, αγαπητοί αναγνώστες, θα προσπαθήσω να σας πω μερικά πράγματα για την οργανωμένη παροικία μας και γι αυτούς που βάλθηκαν να την εξυπηρετούν από τις θέσεις συμβούλων, προέδρων, γραμματέων και τα παρόμοια αξιώματα.

Πριν κάνω οποιανδήποτε κριτική, οφείλω να δηλώσω ότι όσοι προσφέρουν τον εαυτό τους για να εργασθούν, αφιλοκερδώς φυσικά, αξίζουν συγχαρητήρια ανεξάρτητα από το μέγεθος της προσφοράς. Οταν, όμως, κάποιος μπορεί να προσφέρει μόνο λίγα – και το ξέρει – και υπάρχουν άλλοι που μπορούν να προσφέρουν περισσότερα πρέπει να το αντιλαμβάνεται, να το αναγνωρίζει και να προσφέρει τη θέση του σ’ αυτούς.

Ξέρουμε όλοι ότι όσοι υπηρετούν σε Συμβούλια προσφέρουν τις υπηρεσίες τους δίχως αντάλλαγμα. Και το κάνουν γιατί αγαπούν το σκοπό. Τώρα, αν κάνουν ολόκληρο αγώνα για να εκλεγούν αυτό είναι «άλλου παπά ευαγγέλιο». Μη ξεχνάτε τη ρήση «πολλοί το χρήμα εμίσησαν, την δόξαν ουδείς». Θέλουν, δηλαδή, να βοηθήσουν με αντάλλαγμα τη δόξα. Φυσικά, εννοείται ότι συμφωνούν με το σκοπό.

Το επίμαχο θέμα είναι ότι υπάρχουν άνθρωποι με περιορισμένες ικανότητες και γνώσεις που, χρησιμοποιώντας γνωριμίες, συγγένειες, ιδεολογίες και τα παρόμοια, καταφέρνουν να καταλαμβάνουν θέσεις σε Συμβούλια, τα οποία αναδεικνύονται με εκλογές, στερώντας τη θέση κάποιου ικανότατου μέλους το οποίο δεν τυγχάνει να έχει τις γνωριμίες και τα μέσα του άλλου. Κι αυτό γίνεται αφορμή να υπάρχουν στα Συμβούλια άνθρωποι, που ναι μεν θέλουν να βοηθήσουν αλλά οι περιορισμένες ικανότητες τους παρεμποδίζουν την πρόοδο του οργανισμού τους.

Για να αποφευχθεί αυτό πρέπει αυτοί που βάζουν υποψηφιότητα να έχουν το γνώθι σ’ αυτόν και μην μπαίνουν σε αντιπαράθεση με άτομα ανεγνωρισμένης αξίας και ικανότητας. Δεν είναι ντροπή να παραδεχθούμε ότι κάποιος είναι καλύτερος μας στον τομέα αυτό και να αποσυρθούμε από την εκλογική αναμέτρηση. Καλή είναι η δόξα και οι φιλοδοξίες αλλά να μην εμποδίζουν την πρόοδο.

Ο πειρασμός δεν με αφήνει να μην αναφέρω κάτι που έγινε κάποτε σε μιαν εκλογική αναμέτρηση σε κάποιο παροικιακό οργανισμό. Για την πλήρωση των 11 θέσεων του Διοικητικού Συμβουλίου υπήρχαν 14 υποψηφιότητες. Μεταξύ των υποψηφίων υπήρχε και ένας καθηγητής πανεπιστημίου. Οι περισσότεροι ήσαν απλοί άνθρωποι οι περισσότεροι από τους οποίους ίσως να μην έβγαλαν το Δημοτικό. Από τους 14, οι 3 φυσικά δεν εξελέγησαν. Μεταξύ αυτών και ο πανεπιστημιακός καθηγητής!

Μπορεί να μου πείτε: Μήπως χάθηκε ο οργανισμός επειδή δεν εξελέγη ο καθηγητής; Οχι. Απλώς έμεινε στάσιμος. Η δικαιολογία κι αυτή απλή. Εκαναν ότι μπορούσαν. Προσπάθησαν οι άνθρωποι κι έκαναν το κατά δύναμη. Η ερώτηση όμως είναι: Γιατί να επιμένουμε να πηγαίνουμε με το γαϊδούρι όταν σήμερα υπάρχουν αυτοκίνητα, αεροπλάνα και ρουκέτες. Γιατί να κάνουμε χρόνια για φτάσουμε στο στόχο μας και να μην προσπαθήσουμε να φτάσουμε πολύ πιο γρήγορα χρησιμοποιώντας τη σύγχρονη τεχνολογία; Αυτά είναι ερωτήματα τα οποία πρέπει να τα απαντήσουν όλοι εκείνοι που σκοπεύουν να κατεβούν σε εκλογική αναμέτρηση για μια θέση στο συμβούλιο του οργανισμού τους.

Τελευταία προσέξαμε μια τεράστια αλλαγή σε ορισμένες παροικιακές εκδηλώσεις στη Μελβούρνη. Ενώ συνήθως συγκεντρώνονταν «δυοτρείς κι ο κούκος», είδαμε μια συρροή κόσμου που δεν την είχαμε ξαναδεί. Και μάλιστα κόσμου εκλεκτού, επώνυμου. Κι απορούσαν όλοι. Πως τα καταφέραμε να συγκεντρώσουμε τόσο καλό κόσμο σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα; Οσοι δεν είναι μέσα στα πράγματα δεν μπορούν ν’ απαντήσουν στην ερώτηση αυτή. Οσοι όμως γνωρίζουν θα σου πουν ότι «φύγαμε από το κατεστημένο» και γι αυτό πετύχαμε.

Η γνωστή φράση «κάναμε ότι μπορούσαμε» κι όμως δεν πετύχαμε δεν πρέπει να ξανακουστεί. Αν η ηγεσία ενός οργανισμού κάνει ότι μπορεί και όμως δεν πετυχαίνει, η μόνη διέξοδος είναι να παραιτηθεί και να δώσει τα ηνία σε άλλους που ίσως μπορούν να κάμουν περισσότερα. Πρέπει να έχουν το θάρρος της αυτοκριτικής. Δεν μπορούν να πουν ψέματα στον εαυτό τους. Κι όταν στην αυτοκριτική τους καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι υπάρχουν άλλοι που μπορούν να κάνουν περισσότερα να έχουν το θάρρος να παραιτηθούν και να προσφέρουν την καρέκλα σε άλλους.

Αυτά που διαβάσατε στο σημείωμα αυτό, γράφτηκαν πριν από αρκετά χρόνια. Εξακολουθούν, όμως, να ισχύουν και σήμερα. Είναι κι αυτή τη στιγμή επίκαιρα και θα είναι για πάντα επίκαιρα γιατί είναι αλήθειες που δεν σηκώνουν αμφισβήτηση

Χάρης Σιαμαρής
 









 

 

 


 

 



 


γράφει ο
 Χάρης Σιαμαρής

  Βιογραφικό σημείωμα



 

 

 
 
  
Disclaimer
While every effort has been made by ANAGNOSTIS to ensure that the information on this website is up to date and accurate, ANAGNOSTIS  does not give any guarantees, undertakings or warranties in relation to the accuracy completeness and up to date status of the above information.
ANAGNOSTIS will not be liable for any loss or damage suffered by any person arising out of the reliance of any information on this Website

.Disclaimer for content on linked sites
ANAGNOSTIS accepts no responsibility or liability for the content available at the sites linked from this Website.
Το περιοδικό δεν ευθύνεται για το περιεχόμενο άρθρων των συνεργατών.

Anagnostis  P.O.Box 25 Forest Hill 3131 Victoria Australia
 enquiry@anagnostis.info